Ο Χρόνος Είναι Μάνα
€12.00 €10.80
Η νέα ποιητική συλλογή του βραβευμένου με το σημαντικότερο βραβείο αγγλόφωνης ποίησης, το T.S. Eliot, Όσεαν Βουόνγκ.
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΔΕΙΝΟΣΑΥΡΟΣ
Όποτε με ρωτάνε πώς είναι, τους λέω
φαντάσου να γεννιέσαι σ ᾽ ένα φλεγόμενο άσυλο
ανιάτων. Καθώς οι συγγενείς μου έλιωναν, στάθηκα στο
ένα πόδι, σήκωσα τα χέρια, έκλεισα τα μάτια κα σκεφτόμουν
δέντρο δέντρο δέντρο όσο ο θάνατος με προσπερνούσε – άθικτος.
Δεν ήξερα ότι ο θεός έβλεπε
σ᾽ εμάς μια αποτυχημένη
απόπειρα για παράδεισο. Δεν ήξερα ότι τα μάτια μου είχαν τρεις
αποχρώσεις του λευκού μα μόνο μία εικόνα
της μάνας μου.
Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική Ποίηση
Ο τυφλός με τον λύχνο
Τάσος Λειβαδίτης€12.80€11.50Eρχομαι απο μέρες που πρέπει ν’ αποσιωπηθούν, απο νύχτες που θέλω να τις ξεχάσω…
… μπήγω την μύτη της ομπρέλας μου στο χώμα και συνομιλώ με τις εποχές
ή καθισμένος στο πάτωμα περιμένω μιαν απερίγραπτη επίσκεψη
ακριβώς γιατί η πόρτα είναι χρόνια Eρχομαι απο μέρες που πρέπει ν’ αποσιωπηθούν, απο νύχτες που θέλω να τις ξεχάσω…… μπήγω την μύτη της ομπρέλας μου στο χώμα και συνομιλώ με τις εποχές
ή καθισμένος στο πάτωμα περιμένω μιαν απερίγραπτη επίσκεψη
ακριβώς γιατί η πόρτα είναι χρόνια κλειδωμένη.Kαι τώρα που ξεμπερδέψαμε πιά με τα μεγάλα λόγια, τους άθλους, τα όνειρα, καιρός να ξαναγυρίσουμε στη ζωή μας…
… ελευθερώνοντας έτσι όρκους αλλοτινούς και τίς πιό ωραίες χειρονομίες του μέλλοντος.
… εξάλλου άνθρωπος είμαι κι εγώ, χρειάζομαι λίγη μέριμνα: ένα όνειρο ή μια μητέρα ή έστω μια ξαφνική περιφρόνηση…
Kάποτε θα ξανάρθω. Eίμαι ο μόνος κληρονόμος.
Kι η κατοικία μου είναι παντού όπου κοιτώ. - Ελληνική Ποίηση
Αντιγόνη, μια κόρη μια χώρα
Ανδριτσάνου Ευαγγελία€11.50€10.50
ήταν εκείνο το στροβίλισμα
η ζωή έμοιαζε εύκολη γελοία ρευστή
αμέτρητα ζευγάρια πόδια χάραζαν
πλέγματα από φιγούρες ξέφρενες
χωρίς αρχή
χωρίς τέλος
χωρίς τελειωμό
και τα θύματα του χορού
οι σπρωγμένοι οι πατημένοι
οι διαμελισμένοι
σκόνη ψιλή που κατακάθιζε στις γωνίες
Η καρδιά μου φτερούγιζε κάθε ώρα
σαν πουλί πιασμένο που ψάχνει να ξεφύγει
έτρεχα να κρυφτώ σε σκοτεινά δωμάτια
σε τραβούσα απ’ το χέρι
πώς να με καταλάβεις
η διέγερση είναι το στοιχείο σου
ήθελες να με σύρεις πάλι πίσω
το ίδιο κι η αδελφή μου
μεταξύ σας ματιές γεμάτες νόημα
– Δεν ξέρεις να χαίρεσαι, ΑντιγόνηΟ Πατέρας στο υπόγειο
στον τόπο της αυτοτιμωρίας του
– Φύγε μακριά!
ούρλιαζε όταν πλησίαζα
πετούσε καταπάνω μου
το πιάτο του μ’ ό,τι είχε μέσα
τον έπιανε βήχας, πνιγόταν
προτιμούσε να μείνει στον τόπο
παρά να πιει απ’ το χέρι μου νερό
Η Μητέρα τον είχε εγκαταλείψει
οριστικά - Θέατρο
Θέατρο και ποίηση
Federico García LorcaΜατωμένος γάμος, Ο Περλιμπρίν και η Μπελίσα, Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα - Παραλογή του μισοΰπνου, Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντιεθ Μεχίας€17.80€16.00Ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, ένας από τους λίγους αυθεντικούς ποιητές του αιώνα μας, γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1898 στο μικρό χωριό της Ανδαλουσίας Φουέντε Βακέρος, κάπου δεκαοχτώ χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Γρανάδας. Ο πατέρας του, άνθρωπος με φιλελεύθερες αρχές, ήταν πλούσιος κτηματίας της περιοχής του. Όταν η πρώτη του γυναίκα πέθανε άτεκνη, παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τη νεαρή αλλά γνωστική και καλλιεργημένη δασκάλα του χωριού, κόρη μιας φτωχής οικογένειας από τη Γρανάδα. Απόκτησε μαζί της πέντε παιδιά, με πρωτότοκο τον Φεδερίκο. Έτσι, ο κατοπινός ποιητής, εκτός από ένα μικρό διάστημα που υποχρεώθηκε να συνεχίσει το σχολείο του στην Αλμερία, έζησε τα παιδικά του χρόνια στον εύφορο κάμπο της Γρανάδας, το σταυροδρόμι τόσων φυλών, με τα γραφικά χωριά και τους παράξενους θρύλους, με τους τσιγγάνους και τους αυτοσχέδιους μουσικούς, με τους αμαρτωλούς έρωτες και τα βίαια πάθη, μ’ όλα εκείνα τα στοιχεία που διαμόρφωσαν την ευαισθησία του μικρού Ανδαλουσιανού και σφράγισαν για πάντα το χαρακτήρα και την υφή του έργου του.
- Ελληνική Ποίηση
Τα ποιήματα 1967-2007
Γιώργης ΜανουσάκηςΤόμος Α´ - οι δημοσιευμένες συλλογές€20.00€18.00ΛΑΧΤΑΡΗΣΑ ΤΟΥΣ ΑΝΕΜΟΥΣ
Λαχτάρησα τοὺς ἀνέμους
μὲ τὰ μεγάλα φτερὰ τὰ αἱματοραντισμένα
ποὺ σ’ ἁρπάζουν στὴ δίνη τους
καὶ σ’ ἀνεβάζουν ψηλὰ
στὴ γειτονιὰ τοῦ πυροδότη ἥλιου.Βαρέθηκα τὶς νωχελικὲς αὖρες
καὶ τοὺς ψίθυρους ἀνάμεσα στὰ φύλλα.
Χαρίζω τὰ ὀστᾶ μου στὸ γραῖγο καὶ στὸ σιρόκο
νὰ τὰ κάμουν φλογέρες
γιὰ τοὺς ἀντρίκειους σκοπούς των.Ἴσως τραγουδήσουν ἐκεῖνα
ὅ,τι δὲν μποροῦνε τὰ χείλη μου
τὰ κολλημένα στὸ χῶμα νὰ ποῦνε.(Το ποίημα προέρχεται από τη συλλογή Το σώμα της σιωπής, 1970)