Το χάδι
“Θυμήθηκε την τελευταία φορά που ένιωσε τη ζεστασιά της στο σώμα του. Ήταν έξι χρονών και βρίσκονταν σε μια συγγενική επίσκεψη. Τον είχε όρθιο στην αγκαλιά της, ανάμεσα στα πόδια της, με την πλάτη γυρισμένη, και του δάγκωσε χαδιάρικα το αυτί. Ένιωσε την υγρασία των χειλιών της να τον πλημμυρίζει. Χρόνια κρατούσε ζωντανή τη μνήμη από το υγρό χάδι της.”
Το χάδι, ως διαρκής έλλειψη και αναζήτηση, διατρέχει το βιβλίο, το οποίο συντίθεται από δώδεκα διηγήματα, σπαράγματα ζωής της παιδικής και εφηβικής ηλικίας του αφηγητή, σε κάποιο ορφανοτροφείο της Αθήνας. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
“Το ΧΑΔΙ ως προς τη γραφή είναι η επιτομή της απλότητας, μιας απλότητας εξαιρετικά πολύπλοκης και βαθιάς. Πρόκειται για διηγήματα οριακής οικονομίας και φειδωλής δραματικότητας, ούτε μια στιγμή δεν βοά ο σπαραγμός· γεμάτα νύξεις και υπαινιγμούς, ένα φανερώνεται, χίλια υπονοούνται. Στην περίπτωση του Αλέξανδρου Στεφανίδη, ο νόστιμος καρπός του μεγάλου κακού είναι αυτά τα διηγήματα. Για να θυμηθούμε και τον Διονύσιο Σολωμό, “Το χάσμα π’ άνοιξε ο σεισμός κι ευθύς εγιόμισ’ άνθη””. (Σωτήρης Δημητρίου)
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική πεζογραφία
Καλλίμαχος και Χρυσορρόη
Αγνώστου€21.20€19.10Γραμμένη μάλλον από ένα μέλος της αυτοκρατορικής οικογένειας των Παλαιολόγων στις αρχές του 14ου αιώνα, η έμμετρη περιπετειώδης και ερωτική μυθιστορία Καλλίμαχος και Χρυσορρόη σώζεται μόνο στη διασκευή ενός χειρογράφου του 16ου αι., που φαίνεται να αντιγράφτηκε στην Κρήτη. Αν και δεν γνώρισε ίσως τη διάδοση άλλων παρόμοιων υστερομεσαιωνικών έργων (όπως, π.χ., του Ιμπέριου και Μαργαρόνας), η μυθιστορία πρέπει να προξένησε κάποια εντύπωση στην εποχή της σύνθεσής του· ο λόγιος ποιητής Μανουήλ Φιλής αφιέρωσε ένα ολόκληρο εγκωμιαστικό ποίημα στον συγγραφέα του, ερμηνεύοντας την ιστορία αλληγορικά.
Στην Εισαγωγή του o επιμελητής Γιάννης Πολέμης, καθηγητής της Βυζαντινής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πραγματεύεται ζητήματα που αφορούν τον συγγραφέα, το λογοτεχνικό είδος, την εσωτερική διαλεκτική και τις πηγές του κειμένου, καθώς και τη γλωσσική και μετρική μορφή του. Το Κείμενο της μυθιστορίας εκδίδεται με αντικριστή μετάφραση στη σύγχρονη ελληνική, και διεξοδικά Σχόλια. Tο Επίμετρο περιλαμβάνει το ποίημα του Φιλή και νεοελληνική μετάφρασή του, καθώς και ένα σχετικό με το μυθιστόρημα ποίημα του Κωστή Παλαμά.
- Ελληνική πεζογραφία
Αιολική γη
Ηλίας Βενέζης€27.50€24.50Η “Αιολική γη” γράφεται μέσα στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, σε μια περίοδο δηλαδή ανάπηρης ελευθερίας, ανυπέρβλητων δυσκολιών και ευτελισμού της ανθρώπινης ζωής. Η έως τότε δεκαπενταετής συγγραφική πορεία του Βενέζη είχε επιβεβαιώσει την εικόνα ενός δημιουργού με απολύτως προσωπικό ύφος και με βασική θεματογραφία την τραγικότερη εθνική περιπέτεια του εικοστού αιώνα, τη Μικρασιατική Καταστροφή, την οποία ο Βενέζης εβίωσε με οδυνηρό τρόπο ως αιχμάλωτος στα εργατικά τάγματα της Ανατολής, απ’ όπου ελάχιστοι είχαν την τύχη να επιζήσουν. Αν “Το νούμερο 31328” αφηγείται τη φοβερή δοκιμασία στα εργατικά τάγματα και η “Γαλήνη” τις κάποτε ανυπέρβλητες δυσχέρειες των προσφύγων να ριζώσουν στη μητέρα πατρίδα, η “Αιολική γη” ανασυνθέτει την ευτυχισμένη ζωή των Ελλήνων στη Μικρασία πριν την Καταστροφή. […]
(από τον πρόλογο του Δημήτρη Δασκαλόπουλου στην τεσσαρακοστή όγδοη έκδοση)
- Ελληνική πεζογραφία
Βάρδια
Νίκος Καββαδίας€17.00€15.30Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ, (1910-1975), έγινε πολύ νωρίς γνωστός στην Ελλάδα με την πρώτη του ποιητική συλλογή, «Μαραμπο», που εκδόθηκε το 1933 και που για καιρό πλήθος ναυτικοί την ήξεραν απέξω. Διατήρησε σ’ όλη του τη ζωή το παρωνύμιο «Μαραμπού» – το όνομα του κακοσήμαδου και καταραμένου πουλιού που είχε διαλέξει στα είκοσί του χρόνια για να συμβολίσει τον εαυτό του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο λόγος, για τον οποίο δημοσίευσε τη «Βάρδια», το 1954, προτού σωπάσει για είκοσι χρόνια, ήταν να εξερευνήσει ένα νέο εκφραστικό τρόπο. Ονειρεύτηκε εν συνεχεία -ή καμώθηκε πως ονειρεύτηκε- να γράψει απομνημονεύματα. «Μα θα με σκοτώσουν αν τα διηγηθώ όλα», συνήθιζε να λέει. Στην πραγματικότητα, η ίδια η «Βάρδια» ήταν μυθιστόρημα, ποίημα και αναμνήσεις συγχρόνως. Μέσα στο βιβλίο υπάρχει καταρχάς η ιστορία ενός ταξιδιού. Στη θάλασσα της Κίνας, ένα παμπάλαιο φορτηγό, σαραβαλιασμένο -ένα από κείνα τα σαπιοκάραβα που είχαν ήδη πουληθεί για παλιοσίδερα και που οι έλληνες εφοπλιστές τα πήγαιναν για επιδιόρθωση στο Ρότερνταμ και ύστερα τά ‘βαζαν να γυρίζουν τις θάλασσες για χρόνια ακόμα- έχει βάλει πλώρη για το Σαντούν. Αλλά το ουσιώδες έγκειται στις συνομιλίες. Σ’ αυτές ακριβώς θεμελιώνεται το έργο. Στις ατελείωτες ώρες της βάρδιας, οι ναυτικοί -ο θερμαστής, ο καπετάνιος ή ο ασυρματιστής, όπως ήταν ο συγγραφέας- αναμασούν από κοινού την κατάστασή τους. Τη ζωή τους την αντιλαμβάνονται ως κατάρα, αλλά μια κατάρα που την αποδέχονται και την επιζητούν: δεν υπάρχει γι’ αυτούς χειρότερη δυστυχία από τη ζωή στη στεριά, την αναγκαστική αργία, την αποχώρηση που τους θάβουν ζωντανούς. Υπάρχει μια παράδοξη διαλεκτική αγάπης και μίσους, δυσπιστίας και συνενοχής ανάμεσα σ’ αυτούς τους ναυτικούς και το πλοίο τους: αιχμάλωτοι και ξεριζωμένοι μαζί, απεχθάνονται καθετί που θα μπορούσε να τους ελευθερώσει, να σταματήσει την πορεία τους. Μέσω των συζητήσεών τους εισάγονται στην αφήγηση ανέκδοτα και αναμνήσεις – μια ολόκληρη σειρά από ιστορίες, εκτεταμένες ή σύντομες, κωμικές ή φρικιαστικές, πάντα συναρπαστικές, που συνιστούν ένα δεύτερο πλάνο του έργου. Τις πιο μακριές αφηγήσεις τις κάνει ο ασυρματιστής που εκπροσωπεί σαφώς το συγγραφέα και εξάλλου ονομάζεται Νικόλας, όπως εκείνος. Όταν η αφήγηση περνάει στο πρώτο πρόσωπο, περίπου στη μέση του βιβλίου, το μυθιστόρημα φτάνει στην αρτίωσή του. Με το τέχνασμα αυτό αποκτά, πρώτα πρώτα, μια λυρική διάσταση: ένα πλήθος από ονειροπολήσεις ή φαντασιώσεις εκφράζονται, μέσω αληθινών ποιημάτων, σε πρόζα. Αλλά κυρίως το μυθιστόρημα παίρνει τώρα οριστικά ένα χαρακτήρα εξομολόγησης. Εξάλλου, όλες οι αφηγήσεις των ναυτικών είναι επίσης εξομολογήσεις, που αποσπώνται από χείλη που μοιάζουν να μη θέλουν να τις κάνουν. Οι εξομολογήσεις του ασυρματιστή, που είτε τραβούν σε μάκρος είτε, εντελώς αντίθετα, κομματιάζονται και ολοκληρώνονται στα κλεφτά, με αποσπάσματα στη μέση άλλων αφηγήσεων, κυριαρχούν στο έργο. Ένα αίσθημα ενοχής τεράστιο, εμετικό, αφόρητο αναδίδεται απ’ αυτές: «Ό,τι αγγίζω σαπίζει. Δεν πεθαίνει, σαπίζει». Μέσα σ’ ένα κλίμα συντέλειας του κόσμου, η πατρίδα – Ανατολή δεν επιφυλάσσει στον ταξιδιώτη παρά το θέαμα της ερήμωσης, της πορνείας, της σύφιλης και του θανάτου – καθρέφτη αψευδούς της σήψης του παρελθόντος που έχει μόλις βγει στην επιφάνεια, ακολουθώντας το νήμα των αναμνήσεων. Σ’ αυτό τον τόπο καταγωγής δεν μπορούν καν ν’ αράξουν. Ο αιώνιος πλάνης δεν έχει το δικαίωμα της επιστροφής. Περιπέτεια ξεχωριστή, εξωτική, φαντασμαγορία με χίλια χρώματα, πότε ποιητική, πότε άσεμνη, πότε παραληρηματική. Μα σίγουρα κι ακόμα πιο πολύ, εικόνα πιθανή, εικόνα πολύ αληθοφανής της άχαρης μοίρας μας.
- Ελληνική πεζογραφία
Σασμός
Σπύρος Πετρουλάκης€17.70€16.00Ο άντρας σηκώνει το χέρι του και σημαδεύει. Οι επτά πυροβολισμοί που ακούγονται ωχριούν μπροστά στην κραυγή του παιδιού: «Πατέρα…». Αλήθεια ή πλάνη; Τυχαίο γεγονός ή βεντέτα; Οι καταστάσεις περιπλέκονται και παίρνουν ανεξέλεγκτη τροπή.
Ακολουθεί δεύτερος θάνατος – αυτήν τη φορά μια γυναίκα. «Τις γυναίκες και τα κοπέλια δεν τα σκοτώνουν. Αλλού να ψάξετε για τον φονιά. Όχι στη βεντέτα…» Τα λόγια των μυστών ακούγονται ουτοπικά.
«Πάρε την κοπελιά μας και αλαργέψετε αμέσως από την Κρήτη. Δεν θα αργήσει να γίνει κι άλλο κακό. Φύγετε…» Μια μάνα μαζί με την κόρη της, εν μία νυκτί, εξαφανίζονται από προσώπου γης. Ένα κλειδί μένει κρεμασμένο στην πρόκα του τοίχου και μια μαντινάδα στέκει ατελείωτη.
Όρη και θάλασσες, τραγούδια και κατάρες, οργή και χάδι. Μέσα στις αντιθέσεις της φωτιάς, οι άνθρωποι χτίζουν τα όνειρά τους. Ωστόσο, η θέληση και το πάθος δεν αρκούν. Τα πάντα μπορούν να ανατραπούν ακαριαία.
Ένας ατέρμονος κύκλος αίματος συνεχίζεται και η παλιά βεντέτα, σαν εφιάλτης, σκορπά τον τρόμο ανάμεσα σε δυο χωριά της Κρήτης. Οι λέξεις ποτέ δεν είχαν αρκετή δύναμη για να περιγράψουν τόσο ακραία συναισθήματα. Τι θα μπορούσε να επιφέρει τη συμφιλίωση, τον πολυπόθητο Σασμό;