Τα αντικλείδια
€15.00
Ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή1.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς νά βλέπουν
τίποτα καί προσπερνοῦνε. Ὅμως μερικοί
κάτι βλέπουν, τό μάτι τους ἁρπάζει κάτι
5 καί μαγεμένοι πηγαίνουνε νά μποῦν.
Ἡ πόρτα τότε κλείνει. Χτυπᾶνε μά κανείς
δέν τούς ἀνοίγει. Ψάχνουνε γιά τό κλειδί.
Κανείς δέν ξέρει ποιός τό ἔχει. Ἀκόμη
καί τή ζωή τους κάποτε χαλᾶνε μάταια
10 γυρεύοντας τό μυστικό νά τήν ἀνοίξουν.
Φτιάχνουν ἀντικλείδια2. Προσπαθοῦν.
Ἡ πόρτα δέν ἀνοίγει πιά. Δέν ἄνοιξε ποτέ
γιά ὅσους μπόρεσαν νά ἰδοῦν στό βάθος.
Ἴσως τά ποιήματα πού γράφτηκαν
15 ἀπό τότε πού ὑπάρχει ὁ κόσμος
εἶναι μιά ἀτέλειωτη ἀρμαθιά ἀντικλείδια
γιά ν’ ἀνοίξουμε τήν πόρτα τῆς Ποίησης.
Μά ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή.
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική Ποίηση
ΗΣΥΧΙΑ
Βέλτσος Γιώργος€10.00€9.00[Παλαιότερα, έξω και μέσα στο νοσοκομείο υπήρχε,
κάτω από έναν κυανούν σταυρό, η ένδειξη: ΗΣΥΧΙΑ]
Ησυχία, διότι η ακρόαση της μουσικής εδώ είναι ανυπεράσπιστη. - Ελληνική Ποίηση
Τα ποιήματα 1967-2007
Γιώργης ΜανουσάκηςΤόμος Α´ - οι δημοσιευμένες συλλογές€20.00€18.00ΛΑΧΤΑΡΗΣΑ ΤΟΥΣ ΑΝΕΜΟΥΣ
Λαχτάρησα τοὺς ἀνέμους
μὲ τὰ μεγάλα φτερὰ τὰ αἱματοραντισμένα
ποὺ σ’ ἁρπάζουν στὴ δίνη τους
καὶ σ’ ἀνεβάζουν ψηλὰ
στὴ γειτονιὰ τοῦ πυροδότη ἥλιου.Βαρέθηκα τὶς νωχελικὲς αὖρες
καὶ τοὺς ψίθυρους ἀνάμεσα στὰ φύλλα.
Χαρίζω τὰ ὀστᾶ μου στὸ γραῖγο καὶ στὸ σιρόκο
νὰ τὰ κάμουν φλογέρες
γιὰ τοὺς ἀντρίκειους σκοπούς των.Ἴσως τραγουδήσουν ἐκεῖνα
ὅ,τι δὲν μποροῦνε τὰ χείλη μου
τὰ κολλημένα στὸ χῶμα νὰ ποῦνε.(Το ποίημα προέρχεται από τη συλλογή Το σώμα της σιωπής, 1970)
- Ελληνική Ποίηση
Ποιητική Ανθολογία Λίνου Πολίτη Τόμοι Α-ΣΤ’ (Γαλαξίας)
Λίνος Πολίτης€60.00Χρονολογία Έκδοσης: 1968-1969
- Ελληνική Ποίηση
Μέσα σε ήλιους και φεγγάρια
Μπουρναζάκης Κώστας€10.00€9.00Κατάµεστος ανένδοτα τζιτζίκια
και γύρω χρυσογάλανη ερηµιά·
τρελά πετροχελίδονα
θερίζουν ασταµάτητα
τις ξένοιαστες φωνές της γης·
για τους ξυπόλητους κορµούς
λαµπάδιασµα ολότρεµο, βαθύ, ξεθεωµένο —
πηγαίνω τώρα πιο κοντά και μένω.
Προσάναµµα µια λέξη που δε λέγεται —
µα όχι ρέµβη, όχι δίψα, σπίθα, ή μετέωρο·
κάτι απροσµέτρητο υπάρχει
όλβιο, ανεξάντλητο κι ατρόµητο
ή κι οργωµένο απ’ τον ήλιο της καρδιάς,
ηχώ ανεξιχνίαστη, σε κάθε λίκνο χαρισµένη,
και φέρνει διάφανο το θάµβος µέσα µου
σε τούτο τον κατάφωτο πευκώνα
που ξέρω πως δεν έχει τέλος.