Στην πλάνη του τυχαίου
€20.00 €18.00
Το “Στην πλάνη του τυχαίου”, που επιλέχτηκε από την Amazon.com και τη Financial Times ως ένα από τα καλύτερα βιβλία μάνατζμεντ της χρονιάς, έγινε αμέσως κλασικό. Έχει ήδη εκδοθεί σε 14 γλώσσες και ο τίτλος του βιβλίου είναι παντού αναγνωρίσιμος. Όταν κανείς διαβάζει ενθουσιώδεις κριτικές για το βιβλίο σαν τις παρακάτω, καταλαβαίνει ότι δεν είναι τυχαίο που έχει γίνει παγκόσμιο μπεστ σέλερ.
Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Σχετικά προϊόντα
- Γενικά θέματα
ΤΕΤΑΡΤΟ ΡΑΙΧ
FRACASSI FRANCOΑΠΟ ΤΟΝ Β' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ€18.00€16.20ΚΩΔΙΚΟΣ ODESSA – Η ΜΑΥΡΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΙΣΧΥΡΟΙ ΑΠΟ ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΖΟΥΝ ΤΙΣ ΖΩΕΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ Η απόφαση του Φράνκο Φρακάσι να γράψει αυτό το βιβλίο γεννήθηκε από τη συνειδητοποίηση του πόσο λίγα µας είναι γνωστά για τον φασισµό και τον ναζισµό, καθώς και από το πόσο ανεπαρκής είναι η συλλογική επίγνωση ότι αυτά τα ιδανικά βρίσκονται ακόµη ανάµεσά µας και ότι η οργάνωση ODESSA (η Μαύρη ∆ιεθνής) είναι άγνωστη στους περισσότερους ανθρώπους. Επίσης, είναι διαδεδοµένη η άποψη ότι πρόκειται για υποθέσεις του περασµένου αιώνα, ενώ τα γεγονότα καταδεικνύουν ότι το ζήτηµα είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Το Τέταρτο Ράιχ είναι η αφήγηση µιας ιστορίας εβδοµήντα έξι ετών, που αποκαλύπτει πώς οι ναζί και οι φασίστες, χάρη στη βοήθεια των µυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και των µεγάλων χρηµατοπιστωτικών ιδρυµάτων της Γουόλ Στριτ, βγήκαν αλώβητοι από τον ∆εύτερο Παγκόσµιο πόλεµο, κατάφεραν να αναδιοργανωθούν και να αφήσουν το αποτύπωµά τους στις πιο σκοτεινές υποθέσεις που σηµάδεψαν τη µεταπολεµική περίοδο. Μέχρι σήµερα. Μέχρι το πραξικόπηµα στην Ουκρανία, την απόπειρα επανάστασης στη Λευκορωσία, τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, την επιβολή του νεοφιλελευθερισµού (του µεγάλου συµµάχου της ODESSA) ως µοναδικού παγκόσµιου τρόπου σκέψης. - Γενικά θέματα
Ποιος ακυρώνει τι; Σκέψεις για την cancel culture
LAURE MURAT€11.00€10.00Eκ των υστέρων επανόρθωση εξόφθαλμων αδικιών. Δύσκολο να συνοψίσει κανείς καλύτερα σε μια φράση τα επίδικα που πυροδοτούν την πολεμική γύρω από την cancel culture. Συμπυκνώνονται σε κάθε λέξη αυτής της πρότασης. Πράγματι, δεν αισθάνεται όλος ο κόσμος την ανάγκη να «επανορθώσει» (γιατί; με ποιον τρόπο;), πόσο μάλλον να επανορθώσει τις «αδικίες» που κρίνονται ως «εξόφθαλμες» (με βάση ποια κριτήρια;) και που από ορισμένους θεωρούνται ως τυχαία περιστατικά ή ως ιστορικό fatum, και επιπλέον όλα αυτά να γίνουν «εκ των υστέρων», ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για τη διεξαγωγή μιας αναδρομικής και παραπλανητικής δίκης. Παρότι η cancel culture δεν είναι απαλλαγμένη από υπερβολές και ελαττώματα, οι αντιδράσεις που προκαλεί στη Γαλλία, ύποπτες καθότι συστηματικές, παραμορφώνουν τα επίδικα ζητήματα έως ότου η συζήτηση να ενταφιαστεί πλήρως. Έγραψα αυτό το κείμενο σε μια προσπάθεια να κατανοήσω την ουσιαστική προβληματική πίσω από τις κραυγές, τις a priori κρίσεις και τις λήψεις του ζητουμένου. Διότι, στον αντίποδα των αγανακτισμένων αντιδράσεων, προσωπικά κάτι διδάχθηκα κάθε φορά που η cancel culture εμφανίστηκε κάπου.
Ας αρχίσουμε δίνοντας έναν απλό ορισμό, φροντίζοντας να διακρίνουμε τη λέξη από το πράγμα, την έκφραση καθεαυτήν από την πραγματικότητα στην οποία αντιστοιχεί. Η cancel culture ή, σε μια κατά λέξη απόδοση, η κουλτούρα της ακύρωσης, είναι ουσιαστικά ένας πολεμικός, υποτιμητικός όρος, μια «έκφραση της αμερικανικής Δεξιάς που υιοθετήθηκε από τους γάλλους νεοσυντηρητικούς προκειμένου να απαξιώσουν περαιτέρω τα προοδευτικά αιτήματα», σύμφωνα με τη διατύπωση του Andre Gunthert. Ορίζει ένα σύνολο διεκδικήσεων που προέρχονται από τη ριζοσπαστική Αριστερά και αφορούν την απτή αλλαγή των πρακτικών σε μια κοινωνία που κατηγορείται ότι διαιωνίζει μια ρατσιστική και σεξιστική κουλτούρα, η οποία αγνοεί τους καταπιεσμένους πληθυσμούς. Η κουλτούρα της ακύρωσης, κριτικό εργαλείο των μειονοτήτων που εξασκούν την ελευθερία έκφρασής τους, συνίσταται κυρίως στην αποκάλυψη θεμάτων ή πράξεων εκ μέρους προσώπων, εταιρειών ή θεσμών που κρίνονται απαράδεκτες ή προσβλητικές και στην απόσυρση κάθε υποστήριξης προς αυτά τα πρόσωπα, τις εταιρείες και τους θεσμούς, ιδίως μέσω των κοινωνικών δικτύων. Η cancel culture είναι λοιπόν πάνω απ’ όλα ένας τρόπος έκφρασης και διαμαρτυρίας, ο οποίος συντίθεται από συντονισμένους λόγους και πράξεις που αφορούν τα πολιτικά δικαιώματα: διαδήλωση, μποϊκοτάζ, προειδοποίηση (ή whistle-blowing).
- Γενικά θέματα
Στον καιρό της Λιλιπούπολης
Γιώργος Ι. ΑλλαμανήςΗ βιογραφία μιας ραδιοφωνικής εκπομπής€27.70€24.93To βιβλίο είναι μία κατάδυση στην άγνωστη ιστορία της εκπομπής «Εδώ Λιλιπούπολη» (Δεκέμβριος 1977-Μάιος 1980) μέσα από 51 συνεντεύξεις, ανέκδοτους στίχους της Μαριανίνας Κριεζή που δεν πρόλαβαν να γίνουν λιλιπουπολιτικά τραγούδια, 73 χαμένα επεισόδια που εντόπισε ο συγγραφέας και εκατοντάδες ντοκουμέντα: έγγραφα, χειρόγραφα, παρτιτούρες, φωτογραφίες, ήχους, ταινίες, δημοσιεύματα κ.λπ.
Το βιβλίο ακολουθεί βήμα βήμα «την καλύτερη παιδική εκπομπή που έγινε ποτέ για μεγάλους» στους διαδρόμους και τα στούντιο της ΕΡΤ, στον Μαγεμένο Αυλό, στους λαβύρινθους της εξουσίας, στον ιδιωτικό και δημόσιο λόγο. Αποκαλύπτει τις αληθινές ιστορίες προσφιλέστατων τραγουδιών όπως το «Ρόζα Ροζαλία», το «Χρυσαλιφούρφουρο» και το «Δεν είμαστε Ζουλού».
Είναι ταυτόχρονα ένα ταξίδι στην αναγεννησιακή εποχή του Τρίτου Προγράμματος επί Μάνου Χατζιδάκι (1975-1982), εκεί που καλλιεργήθηκαν μερικές απ’ τις μεγαλύτερες προσδοκίες και αυταπάτες της Μεταπολίτευσης. Τότε που η καλλιτεχνική δημιουργία άνθισε – για λίγο – στα λαγκάδια της Λιλιπούπολης, στην Ουτοπία.
Ξανασχεδιάζει το αποτύπωμα του αλλοτινού ραδιοφωνικού θαύματος στη συλλογική μνήμη. Γι’ αυτό έχει λόγο ύπαρξης σ’ ένα βιβλίο «για τη Λιλιπούπολη» η πρωτοφανής ανάλυση των 12+1 κρίσεων που σημάδεψαν το χατζιδακικό Τρίτο· γιατί ξέρουμε τον μύθο του αλλά όχι την ιστορία του. Ή ο φάκελος πολιτικών φρονημάτων του Χατζιδάκι, με δύο άγνωστες φωτογραφίες του έφηβου Μάνου, σε παράλληλη αφήγηση με το «φακέλωμα» που έκανε στους Λιλιπουπολίτες ο απαισιότατος δήμαρχος Χαρχούδας.
Το «Στον καιρό της Λιλιπούπολης» είναι αποτέλεσμα έρευνας που κράτησε πέντε χρόνια. Δεν είναι παιδικό βιβλίο. Δεν «νοσταλγεί». Είναι ένα χάρτινο ντοκιμαντέρ 350 σελίδων για σύγχρονους ενήλικες 18-70+ ετών. Διαβάζεται σα να βλέπεις καλογυρισμένη ταινία.