Πύλη εισόδου
€17.70 €16.00
Μονόλογος παιχνίδι, στασίδι, αποκούμπι μιας γυναίκας στον προθάλαμο του γήρατος.
Ξυπνάει και είναι νέα. Ξυπνάει και είναι γριά.
Ανάλογα με τη διάθεσή της. Με τον ύπνο που έχει κάνει.
Στην Αθήνα του σήμερα, όπως τη ζει, όπως την έζησε, όσο την έζησε. Με τα δικά της πρόσωπα. Τη δική της φωνή. Τη δική της ορθοστασία.
Πύλη εισόδου: Στο αχανές του κυβερνοχώρου.
Το πέρασμα από τη μια στην άλλη όψη.
Από το εδώ στο εκεί.
Ανέμελα, αθόρυβα, φασματικά, εις το διηνεκές.
Αλόγιστα προς τα ρηχά, τα λασπερά, τα άπατα της μέρας που έφυγε.
Από το εδώ στο εκεί.
Συρτά, αμίλητα, προς τη μοναδική βεβαιότητα.
Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική πεζογραφία
Οδοντόκρεμα με χλωροφύλλη
Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος€10.00€9.00ΜΕ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΤΟΥ ΑΦΗΓΗΜΑΤΑ, ο συγγραφέας τείνει να αναπλάσει έναν κόσμο οριστικά χαμένο και γι᾽ αυτό ίσως βαθιά νοσταλγημένο. Είναι ο κόσμος της εφηβείας του, με τους τοπικούς και χρονικούς προσδιορισμούς του, που του προσδίδουν το ιδιάζον χρώμα του. Η μικρή επαρχιακή γενέτειρα, με τους μυροβόλους κήπους της και τους συγκινητικά γλαφυρούς χαρακτήρες της, στα χρόνια του πολέμου και της Κατοχής, ή λίγο πριν λίγο μετά. Όταν, με δυο λόγια, ο συγγραφέας, γεννημένος στον Πύργο της Ηλείας το 1930, ήταν παιδί, έφηβος, νέος. Ο συγγραφέας δεν κάνει τίποτε για να αποκρύψει το αυτοβιογραφικό στοιχείο των ιστοριών του – για να παραπλανήσει, ενδεχομένως, τον αναγνώστη του εις ό,τι αφορά στο επινοημένο. […] Το συγγραφικό εγώ, χωρίς να παρεμβαίνει ανοιχτά μέσα στη διήγηση, μεταγγίζει στη ματιά του αφηγητή τη δική του πείρα ζωής, ακόμη και τη φθορά του. Και από αυτή τη δυσδιάκριτη σύγκλιση των οπτικών γωνιών, κατά τη γνώμη μου, προκύπτει ο χαρακτηριστικός τόνος των διηγήσεων του Η.Χ. Παπαδημητρακόπουλου, ένα κράμα τρυφερότητας και ειρωνείας, δραματικότητας και χιούμορ, εξωραϊστικού λυρισμού και διακριτικά κριτικής στάσης […].
ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ
- Ελληνική πεζογραφία
Σκυφτοί περάσανε
Ατζακάς Γιάννης€14.50€13.00ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ
AΡΚΕΙ ΜΙA ΜΙΚΡH ΡΩΓΜH και, όπως το πιο ακριβό αλάβαστρο, οι καρδιές ραγίζουν, τα σώματα διαλύονται και σέρνονται σαν σκυφτές σκιές, σαν ένας αόρατος θίασος, που οι μοιραίοι του ήρωες ψιθυρίζουν τα λιγοστά τους λόγια και αποσύρονται στη σιωπή.
Παρασκευάς : Η φωνή μου δεν βγαίνει, δεν ακούγεται, σαν ένα μουσικό όργανο που του έσπασαν τις χορδές, κι από τον έξω κόσμο μόνον ένα ασταμάτητο βουητό, σαν φτεροκόπημα από μακρινό μελίσσι, φτάνει στ’ αυτιά μου.
Φανούρης : Είμαι γητευτής φιδιών κι αυτός που με το ξόρκι του μπορεί να δένει ακόμη και τα όρνεα του ουρανού.
Αργυρός : Στου πιοτού τη ζάλη μουρμούριζα κάποια ασυνάρτητα λόγια, μπερδεμένα με κομμάτια από παλιούς δραματικούς μου ρόλους.
Ιάκωβος : Είχα φτάσει στο οροπέδιο της ζωής μου, χωρίς να έχω ποτέ αγγίξει καμιά κορφή, χωρίς ένα πέταγμα, ούτε ένα μικρό φτερούγισμα, μια ζήση τραχιά σαν πέτρα, όπως το ηπειρώτικο οροπέδιο, όπου γεννήθηκα.
Σπύρος : Είμαι « ο άρχοντας των τειχών ». Το ταπεινό παράπηγμα, όπου μεγάλωσα, το γαντζωμένο στο ανατολικό τείχος της πόλης, ήταν η δική μου βυζαντινή αυλίτσα.
Αστέριος : Αναρωτιόμουν πώς ξέφυγα από την τυραννική επικράτεια της μητέρας, πώς βγήκα από τη βαριά σκιά του πατέρα, πώς πέταξα σαν πουλί μέσα από κείνες τις φοβερές εφηβικές συμπληγάδες και έφτασα σ’ αυτό το ειρηνικό και γλυκό λυκόφως της ζωής μου.
Μωρίς : Πέρασα μια ζωή προσπαθώντας να ξεχάσω, να γίνω ο άνθρωπος που υπήρξα κάποτε. Δεν τα κατάφερα. Έμεινα για πάντα ο αριθμός που είχε χαράξει στο δέρμα μου το θηρίο.
- Ελληνική πεζογραφία
Ο Ταχυδρόμος
Γιώργος Παπαδάκης€15.00€13.50Κρατικό βραβείο μυθιστορήματος 2019
Ο ήρωας του βιβλίου, ένας ταπεινός ταχυδρόμος, αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο την ιστορία του, που διαδραματίζεται σε μια ορεινή κοινότητα της μεταπολεμικής Κρήτης. Ευαίσθητος παρατηρητής μιας σκληρής πραγματικότητας, ο ταχυδρόμος άγεται και φέρεται από την κοινωνία, από προξενιά με πλεκτάνες, από ατελέσφορες αγάπες, τέλος από έναν έγγαμο βίο με πολλά μυστικά και ψέματα – ώσπου κάποτε αφυπνίζεται και γίνεται ο ίδιος δράστης οδηγώντας την αφήγηση στην πλήρη ανατροπή της πλοκής και εκτινάσσοντάς την προς τη δραματική κάθαρση.
Η αγάπη και οι δυνατότητές της, οι αυστηροί περιορισμοί των εθίμων στα υψόμετρα των βουνών, η μνήμη, ο έρωτας και ο θάνατος αναπτύσσονται με μια γλώσσα ποιητική, σπάνιας ωριμότητας στην πεζογραφία μας – μιας γλώσσας που δεν αφήνει περιθώρια στη συγκίνηση να “καταπιεί” την αφήγηση. Η γλώσσα γίνεται και αυτή πρωταγωνίστρια του βιβλίου, επαναφέροντας με ορμή το ερώτημα περί της αυθεντικής λογοτεχνία - Ελληνική πεζογραφία
Η πόλη που δεν ήθελα να θυμάμαι το όνομά της
Γιώργος Φιορέντζης€14.80€13.30Με αφορμή ένα reunion 30 χρόνια μετά, θα επιστρέψει πίσω στην πόλη που μεγάλωσε. Εκεί θα μπει σε μία ιδιότυπη μηχανή του χρόνου και θα ξεκινήσει ένα ταξίδι στο χρόνο με μικρές αυτοτελείς ιστορίες που όλες όμως συνδέονται κάπως μεταξύ τους.
Το ταξίδι ξεκινάει στην πλατεία των Λιονταριών, που υπάρχουν χυμένες κολόνιες στο δρόμο και πειρατικά καράβια, πετάγεται για λίγο στην Παλαιόχωρα και στον Μακρύ Γιαλό που πέφτει από μπαλκόνια, ταξιδεύει με τα παλιά πλοία της Κρήτης, ακούει ραδιοφωνικό θέατρο σε μια μικρή αποθήκη κάπου κοντά στον Άγιο Μηνά, ξεσαλώνει στην παλιά «Αθηνά», πάει στο Ανωγειανό Δημοτικό και στο 2ο Γενικό Γυμνάσιο και Λύκειο. Βλέπει πεθαμένους νεκροθάφτες που τον βρίζουν, φλερτάρει με όμορφα φαντάσματα σε πάρτι, γνωρίζει τα σινεμά της πόλης, βλέπει πλοία – φαντάσματα στον Άγιο Νικόλαο και ακούει ριζίτικα σε χασαποταβέρνες.
Πριν χαθεί σε ένα δάσος κάπου στη Μακεδονία, περνάει μια βόλτα από το «Καφεθέατρο», τρώει ζεστές καραμέλες μέντες στο Καμαράκι και βλέπει πεθαμένους αρχιεπίσκοπους να κουνιούνται στον Άγιο Μηνά. Τέλος παίρνει ένα παλιό ταξί Opel Record και γυρίζει πίσω στις 23 Μαΐου του 1941, την ώρα των βομβαρδισμών από τους Γερμανούς, παίρνει μέρος σε μάχες με τους Τούρκους σε μοναστήρια – φρούρια στο Πετροκεφάλι, ακούει Carmen στο γυμναστήριο του Τσακιρίδη και καταλήγει στο ξενοδοχείο του…
…την Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου του 2019 λίγο πριν τις 9 το βράδυ. Λίγο πριν το ραντεβού του δηλαδή με παλιούς φίλους που έχει να δει 30 χρόνια.