Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική Ποίηση
Η Ελλάδα του Ελύτη
Οδυσσέας Ελύτης€11.00€10.00Σε επτά ενότητες που δεν είναι αυστηρά χωρισμένες, γιατί εκ των πραγμάτων συχνά διεισδύουν θεματικά η μία στην άλλη, παρουσιάζονται εκατόν τριάντα επιλεγμένα αποσπάσματα πεζού λόγου του Ελύτη: α) η Ελλάδα, β) η ιστορία του ελληνισμού, γ) η ελληνική γλώσσα, δ) η ελληνική θάλασσα – το Αιγαίο, ε) η ελληνική φύση, στ) η ελληνική τέχνη, ζ) η ελληνική πραγματικότητα.
Ο Οδυσσέας Ελύτης αποσαφηνίζει, προτρέπει, καταγγέλλει και μας δίνει το μίτο μιας νοητής περιπλάνησης στα μονοπάτια ιδεών και αισθήσεων της χώρας μας, όπως την είδε και την έζησε ο ίδιος, που δεν φοβήθηκε να δηλώσει Έλληνας «οργανικά, ψυχολογικά, αισθησιακά, ακατανίκητα!».
- Ελληνική Ποίηση
Διπλό Παιχνίδι
Καλοκαιρινός, ΑλέξηςΣπουδές στη Θεία Κωμωδία και τον Χαμένο Παράδεισο€14.00€12.60Με το θάνατο ανοίγει η ψυχή πέφτουν τα σπόρια της στη γη
τα παίρνει ο άνεμος μακριά και τα σκορπίζειτα καίει ο ήλιος κι η βροχή τα μαλακώνεικαι τα τρώνε τα πουλιάκι ένα στον κάτω κόσμο φτάνει και φυτρώνει
Στο σκοτεινό το δάσος το απέραντο βλασταίνει
που δεν το φτάνει φως κι ο ήλιος δεν το βλέπει στα δέντρα ανάμεσα που βλάστησαν τα σπόρια των ψυχών που σείονται χωρίς αέρα
Στον πάνω κόσμο ακούεται το θρόισμα
σαν άηχος παλμός στων ζωντανών τα σπλάχνα. - Ελληνική Ποίηση
Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου
Τάσος Λειβαδίτης€9.60€8.70“Παγωνιά,
φυσάει στους έρημους δρόμους της πολιτείας
ο άνεμος στροβιλίζει τη σκόνη
παρασέρνει τ’ αποτσίγαρα τα σύννεφα τα χαρτιά
λίγοι μοναχικοί διαβάτες περνάνε βιαστικοί στους δρόμους
φυσάει
φυσάει στις καμινάδες στις στέγες κάτω απ’ τις γέφυρες
φυσάει μες απ’ τα’ αχαμνά σκέλια των κατάδικων που σουλα-
τσάρουν στα προαύλια των φυλακών
φυσάει στις ματωμένες κοιλιές των γυναικών που γεννάνε
έξω απ’ τις κλειστές πόρτες των νοσοκομείων
φυσάει στις παράγκες στα παραπήγματα στα καπηλειά
φυσάει κάτω απ’ τα παλιά ανάχτοραΜνημόσυνο για τους πεσόντες”
- Ελληνική Ποίηση
Τα ποιήματα 1967-2007
Γιώργης ΜανουσάκηςΤόμος Α´ - οι δημοσιευμένες συλλογές€20.00€18.00ΛΑΧΤΑΡΗΣΑ ΤΟΥΣ ΑΝΕΜΟΥΣ
Λαχτάρησα τοὺς ἀνέμους
μὲ τὰ μεγάλα φτερὰ τὰ αἱματοραντισμένα
ποὺ σ’ ἁρπάζουν στὴ δίνη τους
καὶ σ’ ἀνεβάζουν ψηλὰ
στὴ γειτονιὰ τοῦ πυροδότη ἥλιου.Βαρέθηκα τὶς νωχελικὲς αὖρες
καὶ τοὺς ψίθυρους ἀνάμεσα στὰ φύλλα.
Χαρίζω τὰ ὀστᾶ μου στὸ γραῖγο καὶ στὸ σιρόκο
νὰ τὰ κάμουν φλογέρες
γιὰ τοὺς ἀντρίκειους σκοπούς των.Ἴσως τραγουδήσουν ἐκεῖνα
ὅ,τι δὲν μποροῦνε τὰ χείλη μου
τὰ κολλημένα στὸ χῶμα νὰ ποῦνε.(Το ποίημα προέρχεται από τη συλλογή Το σώμα της σιωπής, 1970)