Σχετικά προϊόντα
- Ιστορία
Οικόπεδο Πανταχόθεν Ελεύθερο.
Γήσης Παπαγεωργίου€19.00€17.10“Τους Κρητικούς στην Κρήτη δεν τους έβανε ο Θεός ούτε ξεφυτρώσανε απ’ το χώμα όπως το σταμναγκάθι κι οι αβρονιές. Απ’ αλλού ξεκινήσανε κι αλλού πηγαίνανε και πετύχανε στον δρόμο τους την Κρήτη και την εκάτσανε. […] Πιάσανε όλοι μαζί και κοιτάζανε την Κρήτη. Και τότε ανακαλύψανε πως, εκεί που ήτανε φουνταρισμένη στη Μεσόγειο, έμοιαζε με αεροπλανοφόρο. – Τα αεροπλάνα όμως δεν έχουνε εφευρεθεί ακόμα. – Θα ‘ρθει κι η ώρα τους. Διότι, σου λέει ο πάσα ένας ο ενδιαφερόμενος για τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου, σιγά μην κάθομαι να περιμένω την εφεύρεση. Ας έχω εγώ το αρμόδιο εργαλείο κι όταν εφευρεθούνε τα ιπτάμενα να ‘χω πού να τα βάλω”. “Στην Ιστορία μπαίνεις, άμα ποτέ σου δοθεί η ευκαιρία, με δυο τρόπους. Ο ένας είναι να μπεις από την πόρτα την καλή, όρθιος, καμαρωτός και να σου βαράνε και παλαμάκια. Ο άλλος είναι να στηθείς όξω από την πόρτα υπηρεσίας, να περιμένεις να σκοτεινιάσει κι όταν θα βγάλουνε τον ντενεκέ με τα σκουπίδια για να τον αδειάσουνε, να σαλτάρεις στον άδειο σκουπιδοντενεκέ κι εκεί να μείνεις. […] Τι να την κάνω τη νίκη σου, ρε κακομοίρη, όταν δε νοιώθεις να βάνεις και μια στάλα μεγαλείο δίπλα της; Η νίκη για να μετρήσει θέλει μεγαλείο. Ψυχής μεγαλείο, βουβό. Όχι καραμούζες, τούμπανα, παράτες και νάιλον στεφάνια. Νίκη χωρίς μεγαλείο είναι έγκλημα”.
- Ιστορία
Εξόριστοι στο «νησί του θανάτου». Μαρτυρίες, ντοκουμέντα και δημοσιεύματα για τις εκτοπίσεις αγωνιστών στη Γαύδο
Δαμασκηνός, Δημήτρης€21.50€19.40Καταμεσής στο Λιβυκό πέλαγος με τ’ αφρισμένα πάντα νερά, άγρια, μανιασμένα, απύθμενα. Εκατόν εβδομήντα πέντε μίλια μακριά απ’ τον Πειραιά. Κοντά, πολύ κοντά στα παράλια της Αφρικής. Θαρρείς και σε λίγο θα ξεπροβάλει μπροστά σου, πέρα εκεί στην καμπύλη του ομιχλώδικου ορίζοντα, η Αλεξάνδρεια. Κάμποσες ώρες μακριά απ’ αυτή. Εκατόν σαράντα με σαρανταπέντε μίλια. Λίγα σπίτια. Μοιάζουν μ’ αχούρια. Άνθρωποι και ζώα κοιμούνται μαζί. Φτωχοί νησιώτες, άμαθοι και άβγαλτοι παραδομένοι στην ποικιλότροπη εκμετάλλευση. Λίγη βλάστηση, λίγες δεκάδες κάτοικοι. Απέναντι, βορεινά, τα κακοτράχαλα Σφακιά, η Κρήτη, κ’ ύστερα τίποτα. Το μάτι σου κουράζεται ν’ απλώνεται στην απέραντη θάλασσα.
Να, η Γαύδος! Μούρχονται στο νου τα άλλα νησιά της εξορίας. Όσα έχω ακούσει, κι όσα είδα, γεύτηκα ο ίδιος την πίκρα τους. Τα κυριότερα ας πάρουμε. Ανάφη, Φολέγανδρος, Άη Στράτης, Σίκινος, Νηός, Σίφνος, Αμοργός. Αδίσταχτα μπορώ να ειπώ, ούτε κατά φαντασία δεν μπορούν να συγκριθούν στη φρίκη με τούτο εδώ το ποντικόνησο.
Να, μια εικόνα της φρίκης. Ο άγριος χαμός, ο θάνατος του Καραντεμίρη. Πως πέθανε; Μήτε και μείς καλά-καλά το καταλάβαμε, δεν πιστέψαμε, ήταν τόσο γερός. Ο πιο γερός απ’ όλους. Αγρότης απ’ την Αγιάσο της Μυτιλήνης. Κι όμως. Εκεί κάτω πας γερός, βράχος στο σώμα σαν τον Καραντεμίρη και φεύγεις τσακισμένος, καμπουριασμένος απ’ τους ελώδεις. Δεν έχεις γλυτωμό εκεί κάτω. Αλλού ναι, εκεί κάτω όχι. - Ελληνική πεζογραφία
Παντέρμη Κρήτη
Παντελής ΠρεβελάκηςΧρονικό του σηκωμού του '66€17.76€16.00Οι τάφοι από το σηκωμό του 66 παίρνανε πια να χλοΐζουνε. Τα κούτσουρα στα λιόφυτα και στ’ αμπέλια πετούσανε βλαστάρια και φύλλα. Στα χορταριασμένα χαλάσματα, οι χελιδόνες κουβαλούσανε τα φρύγανα και τη λάσπη να χτίσουνε καινούριες φωλιές. Τα γυναικόπαιδα της Κρήτης γυρίζανε καραβιές-καραβιές από τη λεύτερην Ελλάδα να ξαναρίξουνε ρίζα στο χώμα που τα γέννησε. Τρεις κάπου χρόνους, είχανε πορευτεί με το ζητιανοκόματο της προσφυγιάς είχανε στραγγισμένα τα μάτια τους να κλαίνε τους άντρες που σφαγιάζουνταν στο νησί είχανε πάνω τους σηκωμένα όσα ο άνθρωπος μπορεί να βαστάξει. Με το γονάτισμα του Σηκωμού, δένανε κόμπο την καρδιά τους και κινούσανε να ξαναμπούνε στη σκλαβιά – φτάνει να ματαδούνε τα μέρη τους και να θυμιάσουνε το χώμα όπου λιώναν οι άντρες κ’ οι πατεράδες τους. Παντέρμη Κρήτη! Έτσι είχανε πράξει -γενεές γενεών πρωτήτερα- κ’ οι γονέοι τους ύστερα από τον κάθε Σηκωμό.