Παγκόσμια Μυθολογία Χρωματιστή
€20.00
Σπάνια μια λέξη σημαίνει δύο ακριβώς αντίθετες έννοιες, επιλεγμένες καθεμία κατά τις πεποιθήσεις και προκαταλήψεις του επιλέγοντος.
Ο Μύθος είναι μία απ’ αυτές τις λέξεις.
Στοχαστές πολλών και διαφορετικών Κλάδων βρήκαν ότι ο μύθος ανέκαθεν αντιπροσώπευε μια απόλυτη αλήθεια, παρέχει προσπέλαση προς “τις μη καταγράψιμες πραγματικότητες της ψυχής”, ή, καθώς λέει ο Μαλινόφσκι, “δεν είναι κάτι πεποιημένο… αλλά ζώσα πραγματικότητα”. Οι ερμηνείες αυτές, παρότι ζωτικής σημασίας, έχουν ισχυρούς πολέμιους. Στις σεβάσμιες σελίδες του Οξφορδιανού Αγγλικού Λεξικού δίνεται ο ακόλουθος ορισμός του μύθου. “Αμιγώς εκ φαντασίας αποτελούμενον ιστόρημα, συνήθως περί υπερφυσικά όντα, πράξεις ή γεγονότα, εις τα όποια έχει ενσωματωθεί και μία λαοφιλής ιδέα που έχει ληφθεί από τη Φυσική Ιστορία, ή από φαινόμενα της Ιστορίας”. Αυτή η κάπως αλαζονική θέση του Ο.Α.Λ. συντηρείται με πείσμα από τον Τύπο και ανεύθυνη επιχειρηματολογία.
Η χρήση του όρου “μύθος” σαν συνώνυμο με τον όρο “έργο φαντασίας”, ή “πλάσμα φαντασίας” μας κληροδοτήθηκε από τον Θετικισμό και τον Ρασιοναλισμό του 19ου αιώνα. Ο περίφημος νόμος των “Τριών Καταστάσεων” του Κόντ προσδιόριζε πως η φύση της ανθρώπινης σκέψης ήταν αρχικά θεολογική, μετά φιλοσοφική και τώρα έμπαινε στη ρασιοναλιστική επιστημονική, ή θετικιστική φάση διαφωτισμού. Ο πλέον ακραίος από τους ρασιοναλιστές ερμηνευτές έμελλε να είναι ο Μαξ Μύλλερ, που υποστήριξε πως ο μύθος ήταν “μία ασθένεια της γλώσσας”, μια ανωμαλία του ανθρώπινου νου, ανικανότητά του να εκφράσει αφηρημένες ιδέες παρά μόνο με τη βοήθεια μεταφορικών σχημάτων. Τον θεωρούσε σαν ασθένεια που είχε κορυφωθεί κατά τα πρώιμα στάδια της ανθρώπινης σκέψης, αλλά ποτέ δεν είχε εκλείψει ολότελα.
Διαθεσιμότητα: 1 σε απόθεμα
Σχετικά προϊόντα
- Ευρωπαϊκή Ιστορία
Ιστορία της Γαλλίας, Α+Β
André Maurois€25.00«Εγράψατε», μου είπαν οι αμερικανοί και άγγλοι εκδότες μας, «μια Ιστορία της Αγγλίας και μια Ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών. Τώρα πρέπει να συμπληρώσετε την τριλογία των μεγάλων φιλελευθέρων εθνών, και να μας δώσετε και μια Ιστορία της Γαλλίας». Απάντησα πως υπάρχουν πολλές Ιστορίες της Γαλλίας. «Και μήπως έλειπαν οι Ιστορίες των δικών μας τόπων;» μου είπαν. «Δε σας ζητούμε να φέρετε καινούργια πράματα στο φως, αλλά μονάχα να γράψετε, καθαρά και απλά, αυτά που ξέρετε», δίστασα. Βρισκόμαστε ακόμα στον πόλεμο και είχα ο ίδιος ανάγκη να στρέφομαι προς το παρελθόν της Γαλλίας, για ν’ αναζητώ εκεί την πίστη μου στο μέλλον της. Επιθυμούσα ακόμα να γνωρίσουν καλύτερα τη Γαλλία στο εξωτερικό. Έτσι, αποφάσισα να κάνω αυτό που μου ζητούσαν. Ένα μέρος του βιβλίου γράφτηκε στην Αφρική, και το τελευταίο (όσα αναφέρονται στην Τρίτη Δημοκρατία) στο Perigored και στο Neuilly. Τί άραγε ν’ αξίζει αυτή η εργασία τόσων χρόνων; Δεν είμαι εγώ αυτός που θα μπορούσε να το κρίνει. Μπορώ όμως να πω τι θέλησα να δώσω.
Θέλησα να νιώσει ο αναγνώστης γιατί η Γαλλία έγινε η Γαλλία. Πόσες φορές ακολούθησε τον ίδιο δρόμο με τη γειτονική της την Αγγλία. Κι’ όμως τα δύο έθνη ξεμάκρυναν. Γιατί; Έπρεπε οι γενικές ιδέες να βγαίνουν ως συμπεράσματα των γεγονότων, γιατί έγραφα Ιστορία και όχι πραγματεία.
Προσπάθησα να κρατήσω τις αναλογίες σωστές, και να μη δώσω στην Ιστορία της εποχής μας περισσότερη θέση απ’ όσην έπρεπε. Προσπάθησα να μην παραμορφώσω τα γεγονότα, σ’ όλες αυτές τις σελίδες του βιβλίου και να μην τα προσαρμόσω στις πεποιθήσεις και συμπάθειές μου. Αλλά η προκατάληψη υπάρχει και στην πιο ευσυνείδητη εργασία, και όσο κι’ αν ζύγισα κάθε μου φράση, δεν ξέρω αν το πέτυχα.
Ανάμεσα στον Taine και στον Michelet, στον Aulard και στον Mathiez, κοίταξα μ’ όλη μου την καρδιά να βρω την αλήθεια. Αλλά αυτό δε θα πει ότι τη βρήκα πάντοτε. Αυτό το βιβλίο δε θάχει βιβλιογραφία. Πώς θα την κατάστρωνα; Από παιδάκι διάβαζα βιβλία για την Ιστορία της Γαλλίας, βιογραφίες, απομνημονεύματα. Έτσι ο κατάλογός μου θα ήταν ατελείωτος και θα φαινόταν απίστευτος, αν και θάτανε αληθινός. Όλ’ αυτά τα βιβλία, άλλωστε, αναφέρονται στον Lavisse, στους Halphen και Saguac, στους τόμους της σειράς της Synthese Historique και της συλλογής Clio.
Αλλά θάθελα νάλεγα την ευγνωμοσύνη μου για τα βιβλία και τους ανθρώπους που φώτισαν στα μάτια μου ορισμένες εποχές.
Για να λιγοστέψω τα πιθανά λάθη, παρακάλεσα τον καθηγητή της ιστορίας Henri Guillemain, να διαβάσει τα χειρόγραφά μου. Ο Robert Lacour-Gayet είχε την καλοσύνη να κοιτάξει τα μέρη τα σχετικά με τα οικονομικά ζητήματα. Η γυναίκα μου, τέλος, ήταν πιο πολύ από κάθε άλλη φορά μέτοχος στην εργασία μου.