ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑ
€23.00 €20.70
Η μετάφραση της Iλιάδας από τον Γ. Ψυχουντάκη ολοκληρώνει, έπειτα από τη μετάφραση της Οδύσσειας που εξέδωσε το 1979, την απόδοση του ελληνικού έπους το οποίο αποτελεί το αριστούργημα της παγκόσμιας ποίησης όλων των εποχών. Η μετάφραση αυτή είναι η μόνη που διατηρεί την άνεση και τη μαγεία του ομηρικού λόγου εδώ δεν μιλεί ένας λόγιος μεταφραστής, αλλά ο απλός άνθρωπος που διατηρεί ακέραιο το γλωσσικό ένστικτό του και αναδημιουργεί το ομηρικό έπος όπως το ένιωσε και το αφομοίωσε. Μια μετάφραση με ακρίβεια και ευγένεια, όπου ο κρητικός λόγος του Κορνάρου, η μαντινάδα και το ριζίτικο δένουν με το ομηρικό λόγο, και η ρίμα όχι μόνο δεν νοθεύει το κείμενο, αλλά το πλουτίζει, διατηρώντας το ποιητικό στοιχείο, την ψυχή του ομηρικού πρωτοτύπου.
Σχετικά προϊόντα
- Κλασική Γραμματεία
Ομήρου Οδύσσεια
΄Ομηρος€26.90€24.20Όποιος διαβάζει με προσοχή την “Οδύσσεια” αισθάνεται τη μεγάλη απόσταση χώρου και χρόνου από το κείμενό της. Παρά ταύτα, σιγά σιγά αναδύεται η συναίσθηση ότι το ποίημα, ταξιδεύοντας, έρχεται και φεύγει, πλησιάζει και απομακρύνεται, χαμογελώντας άλλοτε με συμπάθεια και άλλοτε με ειρωνεία.
Το σημαντικότερο μεταφραστικό πρόβλημα στην προκειμένη περίπτωση έχει να κάνει με τη μεταρρύθμιση των πρωτότυπου ρυθμού, που είναι συνάμα σταθερός και εναλλασσόμενος. Η σταθερότητα επιβάλλεται από τη συνέχεια της επικής αφήγησης, μετρημένης σε δαχτυλικό εξάμετρο από τον πρώτο ως τον τελευταίο στίχο. Μοιάζοντας με τεράστιο φίδι που, καθώς εξελίσσεται, ποτέ και πουθενά δεν αλλάζει αρθρωτικό σχήμα. Όμως οι, απρόβλεπτοι πολλές φορές, ελιγμοί του παραλλάσσουν τον εξωτερικό σε εσωτερικό τώρα ρυθμό, καθώς η κίνηση του αφηγηματικού λόγου αλλού ευθυγραμμίζεται, αλλού καμπυλώνεται, αλλού επιταχύνεται, αλλού επιβραδύνεται, προσώρας αναστέλλεται. Αυτός ο εσωτερικός ρυθμός του έπους αναζητούσε τη δική του ελευθέρωση, κι έτσι προέκυψε ο απελεύθερος στίχος της μετάφρασης.
Ο αναγνώστης πιάνει στα χέρια του τώρα μια μετάφραση αυτόνομη· δίχως την υποστήριξη του πρωτότυπου κειμένου και των Επιλεγομένων, που κι αυτά με τη σειρά τους αυτονομήθηκαν και κυκλοφορούν σε χωριστό τόμο. Συνάμα διαβάζει μια μετάφραση επιδιορθωμένη, αλλού στα κρυφά, αλλού πιο φανερά. Ψάχνοτας, όπως λέμε, την οριστική μορφή της -όνειρο άπιαστο, παρήγορο όμως και ενθαρρυντικό. - Κλασική Γραμματεία
ΕΥΜΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΣΑΠΦΙΑΔΗΣ
επιμέλεια: ΚΕΧΑΓΙΟΓΛΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ€21.20€19.10Η νουβέλα Ευμένεια και Σαπφιάδης (“Η κομψή ιστορία Το κατ’ Ευμένειαν και Σαπφιάδην, ή και Κατάσκοπος των του κόσμου πραγμάτων την επωνυμίαν είληχεν”), συνθεμένη πιθανότατα ήδη μέσα στον 18ο αιώνα και αντιγραμμένη στον μοναδικό γνωστό χειρόγραφο μάρτυρά της από τον κτήτορά του, Κωνσταντινουπολίτη Κωνσταντίνο Ρωσσέτ(η, -ο), μάλλον πριν από το 1803, αποτελεί έναν παράδοξο όσο και ερεθιστικό συνδυασμό αρχαιόθεμης μυθογραφικής διήγησης για τις διαφορές και τις σχέσεις των δύο φύλων και μιας εύχυμης ανάπλασης του πρώτου τμήματος του δημοφιλέστατου πεζού αναγεννησιακού “Παραμυθιού” (“Favola”) του Machiavelli. Αναδεικνύεται ως ένα εκτενές και ώριμο ερωτογραφικό και σατιρικό έργο της φαναριώτικης λογοτεχνικής πεζογραφίας, που ξεπερνά, σε πολλές πτυχές του, τις προσπάθειες του Σχολείου των ντελικάτων εραστών του Ρήγα Βελεστινλή, της συλλογής Έρωτος αποτελέσματα…, της Ιστορίας ερωτικής… του Γεώργιου Λαπάτη κτλ., ενώ αποφεύγει έξυπνα τον ρητό “διδακτισμό” άλλων, έμμετρων έργων του Διαφωτισμού (όπως, π.χ., των συνθέσεων του Αλ. Κάλφογλου, του Μ. Περδικάρη κ.ά.), για να συγκροτήσει ένα προδρομικό φανέρωμα “κοινωνικής ηθογραφίας”, πριν από τα ομόλογα, μα οψιμότερα, διηγήματα του Βηλαρά και του Ψαλίδα.
Το Ευμένεια και Σαπφιάδης, με επιμέλεια Γ. Κεχαγιόγλου, αποτελεί το δεύτερο βιβλίο της καινούργιας εκδοτικής σειράς του Ι.Ν.Σ. “Κείμενα της Νεότερης Ελληνικής Λογοτεχνίας” (“ΚΝΕΛ”), που συνεχίζει, χρονικά, τη σειρά “Παλιότερα Κείμενα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας” (“ΠΚΝΛ”) και απευθύνεται επίσης σε σπουδαστές, εκπαιδευτικούς και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Η σειρά έχει στόχο να δώσει χρηστικές φιλολογικές εκδόσεις κειμένων της νεοελληνικής λογοτεχνίας γραμμένων από το τελευταίο τέταρτο του 18ου αι. έως και το τέλος του Μεσοπολέμου (1940). Προτεραιότητα δίνεται σε έργα ανέκδοτα, είτε γνωστά μόνον από παλιότερες μη φιλολογικές εκδόσεις, είτε ανεπαρκώς εκδομένα ως τώρα. Κάθε (εικονογραφημένη με σχετικό εικαστικό υλικό) έκδοση της σειράς περιλαμβάνει Εισαγωγή, το Κείμενο του έργου, Γλωσσάρι και πίνακα κύριων ονομάτων, Επίμετρο με συναφή κείμενα, και Επιλογή βιβλιογραφίας. - Κλασική Γραμματεία
ΜΙΜΙΑΜΒΟΙ
ΗΡΩΝΔΑΣ€13.00€11.70ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΥΤΟ περιλαμβάνει οκτώ μιμιάμβους (δηλαδή μίμους σε ιαμβικό μέτρο), γραμμένους στο α΄ μισό του 3ου αιώνα π.Χ. Οι μίμοι συνήθως αποτυπώνουν, σε πεζό ή έμμετρο λόγο, σκηνές της καθημερινής ζωής και αναδεικνύουν τυπικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Το ταπεινό είδος του μίμου, που ποτέ δεν αξιώθηκε τη θεσμική αναγνώριση των μεγάλων δραματικών ειδών, στο πέρασμα των αιώνων αποδείχθηκε το μακροβιότερο όλων και έφτασε να μονοπωλεί το θέατρο, όταν τα άλλα είδη αποτελούσαν παρελθόν.
Οι μιμίαμβοι του Ηρώνδα κατά κανόνα έχουν διαλογική μορφή. Διαδραματίζονται σε αστικό περιβάλλον και αντλούν την ύλη τους προεχόντως από όχι ιδιαιτέρως ευυπόληπτες περιοχές του ανθρώπινου βίου. Η πλοκή είναι υποτυπώδης, ενώ το κύριο βάρος πέφτει στη διαγραφή των χαρακτήρων – η γριά μαστροπός, ο αγοραίος πορνοβοσκός, η υστερική μητέρα με τον άτακτο και ανεπίδεκτο μαθήσεως γιο, οι ευλαβείς και συνάμα φιλότεχνες και φλύαρες κυράδες, η δεσποτική κυρία που συνουσιάζεται με τον δούλο της, οι ηδονοχαρείς «κολλητές», ο δαιμόνιος τσαγκάρης. Τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα είναι συνήθως γυναίκες, ωστόσο οι δύο πιο ολοκληρωμένοι χαρακτήρες είναι άντρες.
Πρόκειται για θεατρικά κείμενα που εντυπωσιάζουν με την αμεσότητα του ύφους, τον σφριγηλό λόγο και την κωμική αιχμηρότητα ή την ειρωνεία.
*
- Κλασική Γραμματεία
Τα όρια του αγαθού και του κακού-De finibus bonorum et malorum
Κικέρων€20.00€18.00Τὸ De finibus bonorum et malorum γράφτηκε μέσα σὲ λίγους μῆνες καὶ ὁλοκληρώθηκε τὸν Ἰούνιο τοῦ 45 π.Χ., ὅταν ὁ Κικέρων ἦταν 61 ἐτῶν. Θέμα τοῦ ἔργου ἀποτελεῖ μιὰ ἐκδοχὴ τοῦ σωκρατικοῦ ζητήματος «πῶς πρέπει νὰ ζοῦμε». Κεντρικὸ εἶναι τὸ ἐρώτημα ποιὸ θεωρεῖται τὸ μεγαλύτερο ἀγαθὸ (finis bonorum, summum bonum) ποὺ θὰ πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε καὶ ποιὸ τὸ μεγαλύτερο κακὸ ποὺ θὰ πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε (finis malorum, summum malum). Οἱ ἀπαντήσεις δίνονται σὲ τρεῖς διαλόγους ἑνωμένους μεταξύ τους, στοὺς ὁποίους παρουσιάζονται κριτικὰ οἱ ἠθικὲς θεωρίες τοῦ Ἐπίκουρου (βιβλία I–II), τῶν στωικῶν (III–IV) καὶ τοῦ πλατωνικοῦ Ἀντίοχου (V). Συνεκτικὸ στοιχεῖο εἶναι ἡ σκεπτικιστικὴ μέθοδος τοῦ Κικέρωνα, ὁ ὁποῖος δηλώνει ὅτι ἐμπνέεται ἀπὸ τὸν Σωκράτη καὶ τὴ σκεπτικὴ Ἀκαδημία (τοῦ Ἀρκεσίλαου καὶ τοῦ Καρνεάδη). Τὸ ἔργο φιλοξενεῖ ἔτσι ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἐξεταζόμενες ἠθικὲς θεωρίες καὶ αὐτὴ τῆς σκεπτικῆς Ἀκαδημίας, ὅπως τὴν ἀντιλαμβανόταν ὁ Κικέρων. Ἡ συγκεκριμένη στάση ἀποτυπώνεται στὴ διαλογικὴ μορφὴ τοῦ ἔργου, στὴν ἐξέταση τῆς πειστικότητας τῶν ἠθικῶν θεωριῶν (ἔλεγχος) καὶ στὸ ἀπορητικὸ τέλος του. Τὸ De finibus συγκαταλέγεται στὰ πολυτιμότερα κείμενα τῆς ἀρχαίας ἠθικῆς φιλοσοφίας ὄχι μόνο ὡς βασικὴ πηγὴ τῶν ἑλληνιστικῶν ἠθικῶν θεωριῶν ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἐνδελεχὴ διερεύνηση τῶν ἠθικῶν ἐρωτημάτων καὶ τῶν δυνατῶν ἀπαντήσεων, ἡ ὁποία ἐμπλέκει τὸν ἀναγνώστη μὲ τρόπο ἀνάλογο τῶν σωκρατικῶν διαλόγων.