Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ από την ιστορία στη λογοτεχνία
€15.00
Στυλ. Αλεξίου, Γ. Μαυρομάτης, Θεοχ. Δετοράκης, Αναστ. Μαρκομιχελάκης,
Στεφ. Κακλαμάνης, Χρ. Τζομπανάκης, Ηλ. Κολοβός – Μαρ. Σαρηγιάννης
Μελέτες από το Επιστημονικό Συμπόσιο «Κρητικός Πόλεμος – Από την ιστορία στη λογοτεχνία.ε
Σχετικά προϊόντα
- ΚΡΗΤΙΚΑ
Θησαυρός κρητικών στερεότυπων εκφράσεων
Ανδρέας ΛενακάκηςΜε γλωσσάρι αθησαύριστων λέξεων της κρητικής διαλέκτου€15.00€13.50Ο Ανδρέας Λενακάκης σε αυτό εδώ το πόνημα αποθησαυρίζει πλήθος στερεότυπων ή ιδιωματικών εκφράσεων της κρητικής διαλέκτου, αρκετές από τις οποίες συναντιούνται και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, μερικές δε ακόμα και στην κοινή Νεοελληνική […] (Από τον πρόλογο)
- ΚΡΗΤΙΚΑ
Ελληνο-Κρητικό Λεξικό
Γιάννης Κριτσωτάκης" ελληνικές λέξεις στην κρητική διάλεκτο"€15.00έκδοση: ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΑΡΩΝΙΑΣ Ο “ΠΑΝΤΕΛΗΣ”
2016
- Ελληνική πεζογραφία
Flora Mirabilis
Κλαίρη Μητσοτάκη€12.72€11.50Στ’ Ανώγεια, στους γάμους πηγαίνουν κανίσκι. Βάζουνε τα τρόφιμα σε μια σακούλα, τη σηκώνουνε στους ώμους και πάνε.
Παντρευόταν κάποιος που είχε γυρέψει τη Φράγκα, αλλ΄εκείνη ήταν δύσκολη και δεν ήθελε να παντρευτεί. Το κανίσκι έπρεπε να το πάει αυτή, που ήταν η πο μεγάλη, αλλά ήταν μαλωμένη με τον πατέρα της, είχε πεισμώσει και δεν ήθελε να πάει.
Λέει της Αλεξάντρας ο πατέρας της: “Πήγαινε να πεις της Φράγκας να σηκωθεί να πάρει το κανίσκι και να το πάει”. Της το λέει η Αλεξάντρα, αλλά εκείνη ήταν αμετάπειστη. “Πάρε το να το πας εσύ”, της λέει της Αλεξάντρας ο πατέρας της. Εκείνη ντύνεται, παίρνει το κανίσκι και το πάει. Όμως αισθανόταν άσχημα που το πήγαινει αυτή, η μικρότερη. - Ιστορία
Εξόριστοι στο «νησί του θανάτου». Μαρτυρίες, ντοκουμέντα και δημοσιεύματα για τις εκτοπίσεις αγωνιστών στη Γαύδο
Δαμασκηνός, Δημήτρης€21.50€19.40Καταμεσής στο Λιβυκό πέλαγος με τ’ αφρισμένα πάντα νερά, άγρια, μανιασμένα, απύθμενα. Εκατόν εβδομήντα πέντε μίλια μακριά απ’ τον Πειραιά. Κοντά, πολύ κοντά στα παράλια της Αφρικής. Θαρρείς και σε λίγο θα ξεπροβάλει μπροστά σου, πέρα εκεί στην καμπύλη του ομιχλώδικου ορίζοντα, η Αλεξάνδρεια. Κάμποσες ώρες μακριά απ’ αυτή. Εκατόν σαράντα με σαρανταπέντε μίλια. Λίγα σπίτια. Μοιάζουν μ’ αχούρια. Άνθρωποι και ζώα κοιμούνται μαζί. Φτωχοί νησιώτες, άμαθοι και άβγαλτοι παραδομένοι στην ποικιλότροπη εκμετάλλευση. Λίγη βλάστηση, λίγες δεκάδες κάτοικοι. Απέναντι, βορεινά, τα κακοτράχαλα Σφακιά, η Κρήτη, κ’ ύστερα τίποτα. Το μάτι σου κουράζεται ν’ απλώνεται στην απέραντη θάλασσα.
Να, η Γαύδος! Μούρχονται στο νου τα άλλα νησιά της εξορίας. Όσα έχω ακούσει, κι όσα είδα, γεύτηκα ο ίδιος την πίκρα τους. Τα κυριότερα ας πάρουμε. Ανάφη, Φολέγανδρος, Άη Στράτης, Σίκινος, Νηός, Σίφνος, Αμοργός. Αδίσταχτα μπορώ να ειπώ, ούτε κατά φαντασία δεν μπορούν να συγκριθούν στη φρίκη με τούτο εδώ το ποντικόνησο.
Να, μια εικόνα της φρίκης. Ο άγριος χαμός, ο θάνατος του Καραντεμίρη. Πως πέθανε; Μήτε και μείς καλά-καλά το καταλάβαμε, δεν πιστέψαμε, ήταν τόσο γερός. Ο πιο γερός απ’ όλους. Αγρότης απ’ την Αγιάσο της Μυτιλήνης. Κι όμως. Εκεί κάτω πας γερός, βράχος στο σώμα σαν τον Καραντεμίρη και φεύγεις τσακισμένος, καμπουριασμένος απ’ τους ελώδεις. Δεν έχεις γλυτωμό εκεί κάτω. Αλλού ναι, εκεί κάτω όχι.