Νέα Σελήνη Ημέρα Πρώτη
€15.00 €13.50
Τα κλειστά της μάτια τον ενθαρρύνουν. Στα χείλη της διαγράφεται ένα φιλικό ευφρόσυνο χαμόγελο. Απλώνει το χέρι του και δειλά το βάζει ανάμεσα στους μηρούς της. Το κεφάλι του πάει να εκραγεί. Το χέρι του προχωράει ψηλότερα, την ψαύει ολόκληρη. Χώνει το πρόσωπό του στο στήθος της. Η μυρουδιά της τον αναστατώνει. Προσπαθεί να της κατεβάσει το εσώρουχο χωρίς να τα καταφέρνει. Προσπαθεί επανειλημμένα αλλά χωρίς αποτέλεσμα, παρόλο που η ίδια τον ευκολύνει μετακινώντας το κορμί της. Η αγωνία του κορυφώνεται. Συνεπαρμένη από την ίδια αγωνία, η Γαλλίδα παραμερίζει βίαια το εσώρουχό της και το σκίζει. Στην κρίσιμη στιγμή η αποκάλυψη της σγουρής δασωμένης της ήβης τυφλώνει τον Νίκο. Μέσα στο απόλυτο σκοτάδι που επικρατεί, δεν ακούγεται τίποτε άλλο εκτός από τη βροχή στα κεραμίδια.
Διαθεσιμότητα: 1 σε απόθεμα
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική πεζογραφία
Οδοντόκρεμα με χλωροφύλλη
Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος€10.00€9.00ΜΕ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΤΟΥ ΑΦΗΓΗΜΑΤΑ, ο συγγραφέας τείνει να αναπλάσει έναν κόσμο οριστικά χαμένο και γι᾽ αυτό ίσως βαθιά νοσταλγημένο. Είναι ο κόσμος της εφηβείας του, με τους τοπικούς και χρονικούς προσδιορισμούς του, που του προσδίδουν το ιδιάζον χρώμα του. Η μικρή επαρχιακή γενέτειρα, με τους μυροβόλους κήπους της και τους συγκινητικά γλαφυρούς χαρακτήρες της, στα χρόνια του πολέμου και της Κατοχής, ή λίγο πριν λίγο μετά. Όταν, με δυο λόγια, ο συγγραφέας, γεννημένος στον Πύργο της Ηλείας το 1930, ήταν παιδί, έφηβος, νέος. Ο συγγραφέας δεν κάνει τίποτε για να αποκρύψει το αυτοβιογραφικό στοιχείο των ιστοριών του – για να παραπλανήσει, ενδεχομένως, τον αναγνώστη του εις ό,τι αφορά στο επινοημένο. […] Το συγγραφικό εγώ, χωρίς να παρεμβαίνει ανοιχτά μέσα στη διήγηση, μεταγγίζει στη ματιά του αφηγητή τη δική του πείρα ζωής, ακόμη και τη φθορά του. Και από αυτή τη δυσδιάκριτη σύγκλιση των οπτικών γωνιών, κατά τη γνώμη μου, προκύπτει ο χαρακτηριστικός τόνος των διηγήσεων του Η.Χ. Παπαδημητρακόπουλου, ένα κράμα τρυφερότητας και ειρωνείας, δραματικότητας και χιούμορ, εξωραϊστικού λυρισμού και διακριτικά κριτικής στάσης […].
ΣΠΥΡΟΣ ΤΣΑΚΝΙΑΣ
- Ελληνική πεζογραφία
Σκυφτοί περάσανε
Ατζακάς Γιάννης€14.50€13.00ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ
AΡΚΕΙ ΜΙA ΜΙΚΡH ΡΩΓΜH και, όπως το πιο ακριβό αλάβαστρο, οι καρδιές ραγίζουν, τα σώματα διαλύονται και σέρνονται σαν σκυφτές σκιές, σαν ένας αόρατος θίασος, που οι μοιραίοι του ήρωες ψιθυρίζουν τα λιγοστά τους λόγια και αποσύρονται στη σιωπή.
Παρασκευάς : Η φωνή μου δεν βγαίνει, δεν ακούγεται, σαν ένα μουσικό όργανο που του έσπασαν τις χορδές, κι από τον έξω κόσμο μόνον ένα ασταμάτητο βουητό, σαν φτεροκόπημα από μακρινό μελίσσι, φτάνει στ’ αυτιά μου.
Φανούρης : Είμαι γητευτής φιδιών κι αυτός που με το ξόρκι του μπορεί να δένει ακόμη και τα όρνεα του ουρανού.
Αργυρός : Στου πιοτού τη ζάλη μουρμούριζα κάποια ασυνάρτητα λόγια, μπερδεμένα με κομμάτια από παλιούς δραματικούς μου ρόλους.
Ιάκωβος : Είχα φτάσει στο οροπέδιο της ζωής μου, χωρίς να έχω ποτέ αγγίξει καμιά κορφή, χωρίς ένα πέταγμα, ούτε ένα μικρό φτερούγισμα, μια ζήση τραχιά σαν πέτρα, όπως το ηπειρώτικο οροπέδιο, όπου γεννήθηκα.
Σπύρος : Είμαι « ο άρχοντας των τειχών ». Το ταπεινό παράπηγμα, όπου μεγάλωσα, το γαντζωμένο στο ανατολικό τείχος της πόλης, ήταν η δική μου βυζαντινή αυλίτσα.
Αστέριος : Αναρωτιόμουν πώς ξέφυγα από την τυραννική επικράτεια της μητέρας, πώς βγήκα από τη βαριά σκιά του πατέρα, πώς πέταξα σαν πουλί μέσα από κείνες τις φοβερές εφηβικές συμπληγάδες και έφτασα σ’ αυτό το ειρηνικό και γλυκό λυκόφως της ζωής μου.
Μωρίς : Πέρασα μια ζωή προσπαθώντας να ξεχάσω, να γίνω ο άνθρωπος που υπήρξα κάποτε. Δεν τα κατάφερα. Έμεινα για πάντα ο αριθμός που είχε χαράξει στο δέρμα μου το θηρίο.
- Ελληνική πεζογραφία
Ο Τζίμης στην Κυψέλη
Christos Chomenidis€17.70€16.00Χ.Α.Χωμενίδης εμπνέεται ευθέως από το σήμερα. Γράφει ένα -σχεδόν- ρεαλιστικό μυθιστόρημα, το οποίο διαδραματίζεται στην Αθήνα του 2021 και διαλαμβάνει ό,τι μάς αγγίζει, μάς συγκινεί, μάς τρομάζει.
Ο κεντρικός του ήρωας, Τζίμης Παπιδάκης, παιδί των 60’ς και των 70’ς, γιός μιας θυρωρίνας, υιοθετημένος από έναν παλιό πρωταγωνιστή του Εθνικού Θεάτρου, βρίσκεται -στο κατώφλι των εξήντα του- ένα βήμα πριν από την εκπλήρωση τού μεγάλου του ονείρου.
Να αναδειχθεί στον πρώτο και καλύτερο θεατρικό επιχειρηματία στην Ελλάδα.
Το θέατρο που έχει κληρονομήσει στη Φωκίωνος Νέγρη και που -επί σαράντα σχεδόν χρόνια- ανέβαζε παραστάσεις τρίτης κατηγορίας, φτηνές φαρσοκωμωδίες και επιθεωρήσεις τής συμφοράς, να γίνει ο ομφαλός της θεατρικής Αθήνας.
Έχει αξιοποιήσει ο Τζίμης άριστα την πανδημία. Κατά την καραντίνα έχει ανακαινίσει εκ θεμελίων το θέατρό του. Έχει αγκαζάρει με γενναιόδωρες προκαταβολές την αφρόκρεμα των ηθοποιών, των συγγραφέων, των σκηνοθετών, των μουσικών… Όλους όσους υπό κανονικές συνθήκες τον σνόμπαραν, τον θεωρούσαν παρακατιανό κληρονόμο ενός ένδοξου ονόματος.
Η παράσταση που προετοιμάζει, «Ο Περονόσπορος», έχει όλες τις προδιαγραφές για να θριαμβεύσει. Ο Τζίμης διατελεί σε υπερδιέγερση. Λαχταρά όχι το επιχειρηματικό κέρδος μα την υπαρξιακή δικαίωση. Ο Τζίμης Παπιδάκης, με το κιμπαριλίκι του, με τα ακριβά κοστούμια και με τις αρχοντικές χειρονομίες του, είναι ένας τύπος της πιάτσας. Συνάμα δε ένας ελαφροϊσκιωτος, όπως όλοι μας. Μέσα του ζει ο παιδικός εαυτός και οι πεθαμένοι του. Με εκείνους συνδιαλέγεται, σε εκείνους δίνει λογαριασμό. Κι ας επιμένει ότι απεχθάνεται τη νοσταλγικότητα.
Μια ανάσα πριν από τον θρίαμβό του, εξαιτίας μιάς τυχαίας συνάντησης με έναν απελπισμένο, αδίστακτο άνθρωπο, ο Τζίμης Παπιδάκης θα καταστραφεί. Θα τον συντρίψει η νέα πραγματικότητα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, των fake news, των δολοφονιών χαρακτήρων. Εν πλήρει συγχύσει αθώος, ανίκανος να υπερασπισθεί τον εαυτό του, θα δοθεί βορά σε ένα αφιονισμένο πλήθος που ηδονίζεται να κατασπαράζει. Που κοχλάζει μεταξύ οίκτου και οργής.
Ο Τζίμης Παπιδάκης είναι ένας αναλογικός άνθρωπος σε ένα ψηφιακό σύμπαν. Στο πρόσωπό του οι επερχόμενες γενιές παίρνουν αιματηρή εκδίκηση από τις προηγούμενες. Κανείς δικός του δεν μπορεί να προστατεύσει τον Τζίμη. Ούτε η δεκαεννιάχρονη κόρη του, που ανήκει στο μέλλον. Ούτε καν η Κυψέλη, η οποία αλλάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και από πατρίδα του μεταμορφώνεται σε έναν άξενο για εκείνον τόπο.
«Ο Τζίμης στην Κυψέλη» είναι το ρέκβιεμ όσων ανεπαισθήτως μένουν πίσω, σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται ραγδαία. Η επί του φοβερού βήματος απολογία ενός καλού ανθρώπου που απλώς τον ξεπερνάει η εποχή.
- Ελληνική πεζογραφία
Η πόλη που δεν ήθελα να θυμάμαι το όνομά της
Γιώργος Φιορέντζης€14.80€13.30Με αφορμή ένα reunion 30 χρόνια μετά, θα επιστρέψει πίσω στην πόλη που μεγάλωσε. Εκεί θα μπει σε μία ιδιότυπη μηχανή του χρόνου και θα ξεκινήσει ένα ταξίδι στο χρόνο με μικρές αυτοτελείς ιστορίες που όλες όμως συνδέονται κάπως μεταξύ τους.
Το ταξίδι ξεκινάει στην πλατεία των Λιονταριών, που υπάρχουν χυμένες κολόνιες στο δρόμο και πειρατικά καράβια, πετάγεται για λίγο στην Παλαιόχωρα και στον Μακρύ Γιαλό που πέφτει από μπαλκόνια, ταξιδεύει με τα παλιά πλοία της Κρήτης, ακούει ραδιοφωνικό θέατρο σε μια μικρή αποθήκη κάπου κοντά στον Άγιο Μηνά, ξεσαλώνει στην παλιά «Αθηνά», πάει στο Ανωγειανό Δημοτικό και στο 2ο Γενικό Γυμνάσιο και Λύκειο. Βλέπει πεθαμένους νεκροθάφτες που τον βρίζουν, φλερτάρει με όμορφα φαντάσματα σε πάρτι, γνωρίζει τα σινεμά της πόλης, βλέπει πλοία – φαντάσματα στον Άγιο Νικόλαο και ακούει ριζίτικα σε χασαποταβέρνες.
Πριν χαθεί σε ένα δάσος κάπου στη Μακεδονία, περνάει μια βόλτα από το «Καφεθέατρο», τρώει ζεστές καραμέλες μέντες στο Καμαράκι και βλέπει πεθαμένους αρχιεπίσκοπους να κουνιούνται στον Άγιο Μηνά. Τέλος παίρνει ένα παλιό ταξί Opel Record και γυρίζει πίσω στις 23 Μαΐου του 1941, την ώρα των βομβαρδισμών από τους Γερμανούς, παίρνει μέρος σε μάχες με τους Τούρκους σε μοναστήρια – φρούρια στο Πετροκεφάλι, ακούει Carmen στο γυμναστήριο του Τσακιρίδη και καταλήγει στο ξενοδοχείο του…
…την Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου του 2019 λίγο πριν τις 9 το βράδυ. Λίγο πριν το ραντεβού του δηλαδή με παλιούς φίλους που έχει να δει 30 χρόνια.