Μαλαματένια Λόγια
€13.30 €12.00
Πρόκειται για την αυτοβιογραφική αφήγηση του Μάνου Ελευθερίου στους Σπύρο Αραβανή και Ηρακλή Οικονόμου, όπως προέκυψε από την τρίχρονη (2010-2013) συστηματική συνάντησή τους τα κυριακάτικα πρωινά στο σπίτι του, στο Ψυχικό.
Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο
Σχετικά προϊόντα
- Aυτοβιογραφία
Θιβετιανή Ροδακινόπιτα
Tom RobbinsΗ αληθινή αφήγηση μιας ευφάνταστης ζωής€17.84€16.00Το καλύτερο μυθιστόρημα του Τομ Ρόμπινς είναι εδώ και είναι η ίδια του η ζωή.
Ο Τομ Ρόμπινς, μας υποδέχεται στα ιδιαίτερά του, φιλεύοντάς μας μ’ ένα κομμάτι θιβετιανής ροδακινόπιτας. Μόνο αφού τη φάμε, καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι μια κοινή ροδακινόπιτα.
Το ευφάνταστο χιούμορ του, η αστείρευτη λογοθήκη του, η ασταμάτητη «τρελή σοφία» του ξεχύνονται μέσ’ απ’ την αφήγησή του και μας κατακλύζουν, μας εντυπωσιάζουν, μας διασκεδάζουν και μας κάνουν να πιστέψουμε, εν τέλει, πως ε, ναι! πίσω από τα μυθιστορήματα που λατρέψαμε δεν θα μπορούσε να βρίσκεται παρά μόνος κάποιος με μια τέτοια ζωή, τη ζωή του Τομ Ρόμπινς.
Ιδού, λοιπόν, ο συγγραφέας.
Αν τον πιστέψουμε, η ζωή θα μας φανεί ένα ατέλειωτο αστείο. - Aυτοβιογραφία
Ξεριζώματα
Μεριά, Σόφηεισαγωγή: Κυριάκος Ντελόπουλος€21.00€18.90«Οι Τούρκοι πήραν τον μπαμπά μου που είναι Αμερικανός. Ήρθα να τον πάρω πίσω».
Μου λέει αυτός:
«Ε, καλά, αν είναι Αμερικανός, κάναμε λάθος. Φέρε μου ένα χαρτί από το αμερικανικό προξενείο και θα τον αφήσουμε ελεύθερο».
Ο γυρισμός μου ξεπέρασε και τον ίδιο το Γολγοθά. Πώς επέζησα, δεν ξέρω. Πού έβρισκα φαγητό, δεν ξέρω. Πού έβρισκα τη δύναμη να περπατάω, δεν ξέρω. Ήμουνα όλο αυτό το ατέρμονο διάστημα σαν υπνωτισμένη. Δεν ήμουνα εγώ αλλά κάποια άλλη, που κοιμόμουνα ανάμεσα στα πτώματα και δεν ένιωθα αηδία. Έβλεπα όλα αυτά τα κορμιά –μαύρα, τουμπανιασμένα, ακρωτηριασμένα, παραμορφωμένα– και πάταγα πάνω τους για να προχωρήσω. Δεν ένιωθα ούτε την κούραση ούτε την πείνα ούτε τη δικιά μου βρομιά. Είχα ένα σκοπό: να σώσω τον πατέρα μου· κι αυτό λες και μου ’δινε υπερφυσικές δυνάμεις.
Ξαφνικά η παιδικότητά μου εξαφανίστηκε και απόκτησα μυαλό και κρίση ώριμης γυναίκας.
Η Σόφη Μεριά έζησε μια πλήρη ζωή. Νήπιο, μετανάστευσε από τη Μικρασία στη Νέα Υόρκη και ξαναβρέθηκε στη Σμύρνη, όπου και διέσωσε τον πατέρα της με μυθιστορηματικό τρόπο τον Αύγουστο του 1922. Πρόσφυγας στην Αθήνα, κατόρθωσε και μαθήτευσε στο Αμερικανικό Κολλέγιο, όπου κατόπιν δίδαξε επί δεκαετίες. Παρ’ όλη τη φρίκη που βίωσε ως θύμα των ιστορικών γεγονότων (Μικρασιατική καταστροφή, ελληνοϊταλικός πόλεμος, Κατοχή, εμφύλιος), δεν έχασε ποτέ το κέφι της και τη διάθεση για προσφορά.
Η μαρτυρία της, απομαγνητοφωνημένη από την μαθήτριά της Λιλή Γιαλέσσα-Λεοντίδη, σφύζει από χαρά της ζωής και από αγάπη για τους ανθρώπους.
Η Σόφη Μεριά-Σεραφειμίδη γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1910. Από δύο έως πέντε ετών έζησε στην Νέα Υόρκη, όπου ο έμπορος πατέρας της είχε μεταφέρει τις εργασίες του. Η οικογένεια επέστρεψε στη Σμύρνη το 1919. Το 1922 κατάφεραν κι έφτασαν στην Αθήνα όπου εγκαταστάθηκαν ως πρόσφυγες.
Την μυθιστορηματική ζωή της αποτύπωσε η ίδια σ᾽ αυτό το βιβλίο.
Πέθανε το 2004, σε ηλικία 94 ετών.
- Aυτοβιογραφία
Μια Φυσιολογική Ζωή
Παλαιοκώστας ΒασίληςΔράσεις και αποδράσεις ενός επικηρυγμένου€20.00€18.00… ξύπνησε πρώιμα τ’ αγρίμι μέσα μου. Θεωρώντας πως ήταν πολύ νωρίς ακόμη και οι συνθήκες δεν είχαν ωριμάσει για «πονηρά» σχέδια, το κράταγα με μεγάλη δυσκολία σε τεχνητή καταστολή κι εκείνο έδειχνε κατανόηση. Μα σαν ξύπναγε, σήκωνε τον κόσμο στο ποδάρι. Τα ουρλιαχτά του ήταν ο δικός του βασανιστικός λόγος που έλεγε όσα δεν μπορούν χίλιοι σοφοί. Μου τρυπούσε τα μελίγγια, με κυρίευε ολοκληρωτικά. Αδυνατούσα να το κρύψω. Ήταν ορατό σε κάθε μου κίνηση. Στο βάδισμά μου, στο βλέμμα μου, στο λόγο μου. Ζητούσε επιτακτικά, εδώ και τώρα, το δικαίωμά του στην ελευθερία κι άντε να το σωπάσω. Πώς να συγκρατηθεί η θέληση για ζωή; Τούτο το ζουλάπι δεν έλεγε να προσκυνήσει την αλυσίδα. Μου απαγόρευε να ζήσω και πολύ περισσότερο να αποδεχτώ ως φυσιολογική κατάσταση την αιχμαλωσία. Με κρατούσε σε συνεχή εγρήγορση, ψάχνοντας αδιάκοπα μια δίοδο διαφυγής. Να σκάψει, να κόψει κάγκελα, να βάλει φουρνέλο στα ντουβάρια, να φτιάξει μια σκάλα να ανεβεί στ’ άστρα, μέχρι να ανακαλύψει τη μεγάλη έξοδο. Να απαλλαγεί απ’ τον κυκλωτικό χορό των βρικολάκων που στήναν ολόγυρα τ’ ανθρώπινα βαμπίρ. Ώσπου να βρεθεί έξω εκεί, μακριά. Να ‘χει στα ποδάρια του τη φυλλωσιά του δάσους, στα πνευμόνια του τον καθάριο βουνίσιο άνεμο και να αφουγκράζεται τον αντίλαλο της φωνής του στην αστροφεγγιά