Κρήτη Α΄+Β΄
€60.00
έκδοση: Σύνδεσμος Τοπικων Ενώσεων Δήμων και Κοινοτήτων.
εκδοτική φροντίδα:Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη
Α΄ τόμος:1987
Β΄τόμος: 1988
Διαθεσιμότητα: Out Of Stock
Σχετικά προϊόντα
- ΚΡΗΤΙΚΑ
ΜΕ ΤΟ ΠΟΔΗΛΑΤΟ ΜΟΥ ΣΤΙΣ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ
Μπετεινάκη ΕλένηΕΦΤΑ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ€16.80€15.12Εφτά διαδρομές στο σύγχρονο Ηράκλειο “Η γριά Χάιδω, που ζούσε χρόνια σε τούτο το μαγαζί, κρατούσε ένα δίσκο που ’χε πάνω του ένα ποτηράκι κονιάκ, έναν μπακλαβά και μπόλικα ζεστά μπεμπλέκια . «Να ζεσταθείς, κόρη μου. Φάε και πιες να νιώσεις τη ζωή να ξυπνά μέσα σου. Γλυκόπιοτη να ’ναι, τραγανή και με αρώματα γιομάτη…» Άπλωσα το χέρι μου να πιάσω το ποτήρι κι έμειναν όλα μετέωρα… Το φρένο του ποδηλάτου μου πατούσα. Στη μέση του δρόμου είχα βρεθεί και παραλίγο να πατήσω μια γάτα που γρήγορα κι απρόσμενα πετάχτηκε μπροστά μου. Έρημος ήταν και πάλι ο δρόμος… Ψυχή πουθενά. Έψαχνα τα ερείπια της Κιοσκάρας· τίποτα δεν υπήρχε! Σήκωσα πιο ψηλά το φερμουάρ απ’ το μπουφάν μου κι άρχισα γρήγορα πετάλι κατηφορίζοντας στον Λάκκο… Μια ζεστή κανελάδα ήταν ό,τι πρέπει για εκείνη την ώρα. Δεν μπορεί, κάπου θα υπήρχε… Ίσαμε την επόμενη φορά και ιστορία… ” «Εφτά διαδρομές, σαράντα κείμενα, στα σοκάκια της Candia, της Kandiye,του Χάνδακα, του Μεγάλου Κάστρου, του σημερινού Ηρακλείου ανάμεσα στους αιώνες και την Ιστορία με ένα ποδήλατο… Για τους ανθρώπους της πόλης μου –κατοίκους και επισκέπτες– τα έκανα τούτα τα κείμενα βιβλίο. Για να μάθουν, να ψάξουν, να συνειδητοποιήσουν πως η πόλη μας έχει πολλές όμορφες γωνιές και πως η κάθε πέτρα της κρύβει έναν πολύτιμο θησαυρό. Είναι ποτισμένη με πολύ αίμα· είναι περήφανη σαν τους λέοντες που σμίλεψαν κάποτε οι Ενετοί σε όλα τους τα μνημεία· έχει μυρωδιές που δεν φεύγουν όσο κι αν φυσήξουν οι άνεμοι ή περάσουν τα χρόνια – αρκεί να θέλουν τα παιδιά της να τις μυρίσουν. Έχει, και τί δεν έχει! μέσα στις εκκλησιές της, τις κρήνες της, τις Πύλες της, μέσα στα σπλάχνα της, σε κάθε σημείο που το προσπερνούν σχεδόν αδιάφορα…»
- ΚΡΗΤΙΚΑ
Λευτέρης και Ειρήνη
Μανουράς Κώστας (Προσφύρης)€18.00€10.00Η ποιητική αυτή σύνθεση του Κώστα Μανουρά είναι άκρως εντυπωσιακή από άποψη μορφής και περιεχομένου. Σε μια εποχή που η διαλεκτική ποίηση υποχωρεί με ταχύτατους ρυθμούς, έρχεται ως παρήγορο μήνυμα το έμμετρο αυτό μυθιστόρημα το οποίο ανακαλεί αυτόματα στη μνήμη μας τα λαμπρά έργα της Κρητικής Αναγέννησης, με κορυφαίο δημιούργημα τον Ερωτόκριτο του Βιτσέντζου Κορνάρου. Ο έρωτας και η παλικαριά αποτελούν τους κεντρικούς άξονες γύρω από τους οποίους υφαίνεται η πλοκή του έργου σε μια γλώσσα πλούσια και εκφραστική. Ο ποιητής έχει αφομοιώσει δημιουργικά την προφορική παράδοση στη διαχρονική της πορεία, αλλά σε κάθε στίχο διαφαίνεται η προσπάθειά του να δώσει το δικό του στίγμα, να παρουσιάσει πτυχές της προσωπικότητάς του με τις επιλογές και τους συνδυασμούς που κάνει, συνειδητά ή μη, για να διαμορφώσει τελικά το ύφος του. Το ποίημα έχει έντονο διαπροσωπικό υπόβαθρο που του δίνει τον χαρακτήρα του λαϊκού δημιουργήματος, στην επιφάνεια όμως αναδύονται συχνά λυρικές εξάρσεις που παραπέμπουν στην προσωπική, και με την έννοια αυτή, ανεπανάληπτη, δημιουργία. - Ελληνική πεζογραφία
Η Πολιτεία
Παντελής ΠρεβελάκηςΟ Κρητικός, βιβλίο τρίτο€14.71€13.30O Κωσταντής στάθηκε στην ακροχωραφιά, λεύτερος και μοναχός. Το ψήλωμα όπου βρισκόταν έβανε αποκάτω του τη βρύση του χωριού και την πλατεία όπου συνηθούσαν ναποσπερίζουν οι χωριάτες. Δυο-τρία κληματόδεντρα ισκιώνανε τον τόπο, κ’ είχαν κρεμασμένα από τις κλάρες τους κάτι θεόρατα τσαμπιά, που θέλαν ακόμα καιρό για να μαυρίσουν. Οι πέτρες και τα ξερόχορτα στους φράχτες σταλάζανε το μάλαμα του απόβραδου.
- Ελληνική πεζογραφία
Παντέρμη Κρήτη
Παντελής ΠρεβελάκηςΧρονικό του σηκωμού του '66€17.76€16.00Οι τάφοι από το σηκωμό του 66 παίρνανε πια να χλοΐζουνε. Τα κούτσουρα στα λιόφυτα και στ’ αμπέλια πετούσανε βλαστάρια και φύλλα. Στα χορταριασμένα χαλάσματα, οι χελιδόνες κουβαλούσανε τα φρύγανα και τη λάσπη να χτίσουνε καινούριες φωλιές. Τα γυναικόπαιδα της Κρήτης γυρίζανε καραβιές-καραβιές από τη λεύτερην Ελλάδα να ξαναρίξουνε ρίζα στο χώμα που τα γέννησε. Τρεις κάπου χρόνους, είχανε πορευτεί με το ζητιανοκόματο της προσφυγιάς είχανε στραγγισμένα τα μάτια τους να κλαίνε τους άντρες που σφαγιάζουνταν στο νησί είχανε πάνω τους σηκωμένα όσα ο άνθρωπος μπορεί να βαστάξει. Με το γονάτισμα του Σηκωμού, δένανε κόμπο την καρδιά τους και κινούσανε να ξαναμπούνε στη σκλαβιά – φτάνει να ματαδούνε τα μέρη τους και να θυμιάσουνε το χώμα όπου λιώναν οι άντρες κ’ οι πατεράδες τους. Παντέρμη Κρήτη! Έτσι είχανε πράξει -γενεές γενεών πρωτήτερα- κ’ οι γονέοι τους ύστερα από τον κάθε Σηκωμό.