Κασκόλ από κασμίρι
€16.60 €15.00
Τη βραδιά που ξέσπασε η καταιγίδα ο Τέρι έκλαιγε συνέχεια. Μ’ εκείνο το ανατριχιαστικό κλάμα που συνηθίζουν τα σκυλιά όταν διαισθάνονται πως κάτι κακό πρόκειται να συμβεί.
Ένας γάμος δύσκολος, με σαθρές βάσεις και επιμελώς κρυμμένα μυστικά.
Η Μιράντα, μητέρα δύο αγοριών στην εφηβεία, διατηρεί μια μακροχρόνια εξωσυζυγική σχέση. Ο άντρας της ο Ευγένιος, ένας ψυχρός άνθρωπος με βίαια ξεσπάσματα, γίνεται ολοένα και πιο απόμακρος.
Ένα ανώνυμο γράμμα έρχεται να ανατρέψει τα πάντα.
Τι παιχνίδια μπορεί να μας παίξει η μνήμη;
Είδε όντως η Μιράντα το ματωμένο κασκόλ του Ευγένιου εκείνο το χάραμα, πριν χάσει τις αισθήσεις της; Αν ναι, γιατί κανείς άλλος δεν το είδε, ούτε βρέθηκε ποτέ; Και αυτός, πάλι; Γιατί παραμένει άφαντος;
Με αφορμή σκοτεινές ιστορίες της καθημερινότητας, η συγγραφέας εστιάζει στις ανθρώπινες σχέσεις και στα συναισθήματα: στον γάμο, στη φιλία, στον έρωτα και στην καθόλου αυτονόητη αγάπη ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας.
Οι ρόλοι ένοχων και αθώων εναλλάσσονται, καθώς οι ήρωες, με βήμα μετέωρο, βαδίζουν προς την ωριμότητα.
Διαθεσιμότητα: 2 σε απόθεμα
Σχετικά προϊόντα
- Αστυνομική λογοτεχνία
Τα πολλά πρόσωπα του Ροδόλφου Μπάτη
Γιώργος Λεονταρίτης€12.00€10.80Ποιός ήταν ο Ροδόλφος Μπάτης, ο άνθρωπος με τα πολλά πρόσωπα που βρισκόταν στη σκιά συγκλονιστικών γεγονότων της πολιτικής ζωής των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του 1950; Μια προσωπικότητα της εποχής με περίεργο παρελθόν και χωρίς μέλλον. Πράκτορας ξένων μυστικών υπηρεσιών, της Ιντέλλιτζενς Σέρβις, ή «διπλός κατάσκοπος» κομμουνιστικών κρατών; Φίλος καταδιωγμένων Εβραίων στην Κατοχή ή διπλωμάτης στο Βερολίνο από τους έμπιστους του Γ’ Ράιχ; Γιατί η Ασφάλεια δεν θέλει να ψάχνουν για αυτόν, σε μια εποχή που η περίφημη «υπόθεση Μπελογιάννη» είχε αναστατώσει την Ελλάδα αλλά και τις ξένες χώρες; Ο «Ροδόλφος που ήλθε από την ομίχλη» αναστάτωσε τη ζωή ενός νεαρού δημοσιογράφου, που ήταν αδύνατον να φανταστεί ότι εξαιτίας του θα έμπλεκε στον ιστό της αράχνης του θολού κόσμου των κατασκόπων. Μια γοητευτική γυναίκα, νεανικός έρωτας του δημοσιογράφου, εμφανίζεται ξαφνικά, μετά από χρόνια στη ζωή του, για να τον εμπλέξει σ’ αυτή την ιστορία. Άλλοτε μαχητική κομμουνίστρια, που η ζωή τη μεταμόρφωσε σε μεγάλη «κυρία της αριστοκρατίας», ζητά από τον παλιό της φίλο να τη βοηθήσει να βρει τον σύζυγό της, που εξαφανίστηκε απροσδόκητα, χωρίς να αφήσει πίσω του κανένα ίχνος. Τού ζητά να μάθει τί απέγινε ο Ροδόλφος Μπάτης. Ζει ή τον δολοφόνησαν, και γιατί; Στο σκηνικό μιας Αθήνας που δεν υπάρχει πια, της Αθήνας της δεκαετίας του 1950, με τα κοσμικά κέντρα, τα πολιτικά παρασκήνια και τον κόσμο μιας άλλης δημοσιογραφίας, εκτυλίσσεται η περίεργη αυτή ιστορία, για να φτάσει σε ένα τέλος που κανείς δεν το περιμένει. Και σε όλο αυτό το σκηνικό του μυθιστορήματος σημαντική παρουσία αποτελεί ο συγγραφέας Γιάννης Μαρής…
Χρονολογία Έκδοσης Ιούνιος 2021
Αριθμός σελίδων 176
Διαστάσεις 17×12 - Ελληνική πεζογραφία
Βάρδια
Νίκος Καββαδίας€17.00€15.30Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ, (1910-1975), έγινε πολύ νωρίς γνωστός στην Ελλάδα με την πρώτη του ποιητική συλλογή, «Μαραμπο», που εκδόθηκε το 1933 και που για καιρό πλήθος ναυτικοί την ήξεραν απέξω. Διατήρησε σ’ όλη του τη ζωή το παρωνύμιο «Μαραμπού» – το όνομα του κακοσήμαδου και καταραμένου πουλιού που είχε διαλέξει στα είκοσί του χρόνια για να συμβολίσει τον εαυτό του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο λόγος, για τον οποίο δημοσίευσε τη «Βάρδια», το 1954, προτού σωπάσει για είκοσι χρόνια, ήταν να εξερευνήσει ένα νέο εκφραστικό τρόπο. Ονειρεύτηκε εν συνεχεία -ή καμώθηκε πως ονειρεύτηκε- να γράψει απομνημονεύματα. «Μα θα με σκοτώσουν αν τα διηγηθώ όλα», συνήθιζε να λέει. Στην πραγματικότητα, η ίδια η «Βάρδια» ήταν μυθιστόρημα, ποίημα και αναμνήσεις συγχρόνως. Μέσα στο βιβλίο υπάρχει καταρχάς η ιστορία ενός ταξιδιού. Στη θάλασσα της Κίνας, ένα παμπάλαιο φορτηγό, σαραβαλιασμένο -ένα από κείνα τα σαπιοκάραβα που είχαν ήδη πουληθεί για παλιοσίδερα και που οι έλληνες εφοπλιστές τα πήγαιναν για επιδιόρθωση στο Ρότερνταμ και ύστερα τά ‘βαζαν να γυρίζουν τις θάλασσες για χρόνια ακόμα- έχει βάλει πλώρη για το Σαντούν. Αλλά το ουσιώδες έγκειται στις συνομιλίες. Σ’ αυτές ακριβώς θεμελιώνεται το έργο. Στις ατελείωτες ώρες της βάρδιας, οι ναυτικοί -ο θερμαστής, ο καπετάνιος ή ο ασυρματιστής, όπως ήταν ο συγγραφέας- αναμασούν από κοινού την κατάστασή τους. Τη ζωή τους την αντιλαμβάνονται ως κατάρα, αλλά μια κατάρα που την αποδέχονται και την επιζητούν: δεν υπάρχει γι’ αυτούς χειρότερη δυστυχία από τη ζωή στη στεριά, την αναγκαστική αργία, την αποχώρηση που τους θάβουν ζωντανούς. Υπάρχει μια παράδοξη διαλεκτική αγάπης και μίσους, δυσπιστίας και συνενοχής ανάμεσα σ’ αυτούς τους ναυτικούς και το πλοίο τους: αιχμάλωτοι και ξεριζωμένοι μαζί, απεχθάνονται καθετί που θα μπορούσε να τους ελευθερώσει, να σταματήσει την πορεία τους. Μέσω των συζητήσεών τους εισάγονται στην αφήγηση ανέκδοτα και αναμνήσεις – μια ολόκληρη σειρά από ιστορίες, εκτεταμένες ή σύντομες, κωμικές ή φρικιαστικές, πάντα συναρπαστικές, που συνιστούν ένα δεύτερο πλάνο του έργου. Τις πιο μακριές αφηγήσεις τις κάνει ο ασυρματιστής που εκπροσωπεί σαφώς το συγγραφέα και εξάλλου ονομάζεται Νικόλας, όπως εκείνος. Όταν η αφήγηση περνάει στο πρώτο πρόσωπο, περίπου στη μέση του βιβλίου, το μυθιστόρημα φτάνει στην αρτίωσή του. Με το τέχνασμα αυτό αποκτά, πρώτα πρώτα, μια λυρική διάσταση: ένα πλήθος από ονειροπολήσεις ή φαντασιώσεις εκφράζονται, μέσω αληθινών ποιημάτων, σε πρόζα. Αλλά κυρίως το μυθιστόρημα παίρνει τώρα οριστικά ένα χαρακτήρα εξομολόγησης. Εξάλλου, όλες οι αφηγήσεις των ναυτικών είναι επίσης εξομολογήσεις, που αποσπώνται από χείλη που μοιάζουν να μη θέλουν να τις κάνουν. Οι εξομολογήσεις του ασυρματιστή, που είτε τραβούν σε μάκρος είτε, εντελώς αντίθετα, κομματιάζονται και ολοκληρώνονται στα κλεφτά, με αποσπάσματα στη μέση άλλων αφηγήσεων, κυριαρχούν στο έργο. Ένα αίσθημα ενοχής τεράστιο, εμετικό, αφόρητο αναδίδεται απ’ αυτές: «Ό,τι αγγίζω σαπίζει. Δεν πεθαίνει, σαπίζει». Μέσα σ’ ένα κλίμα συντέλειας του κόσμου, η πατρίδα – Ανατολή δεν επιφυλάσσει στον ταξιδιώτη παρά το θέαμα της ερήμωσης, της πορνείας, της σύφιλης και του θανάτου – καθρέφτη αψευδούς της σήψης του παρελθόντος που έχει μόλις βγει στην επιφάνεια, ακολουθώντας το νήμα των αναμνήσεων. Σ’ αυτό τον τόπο καταγωγής δεν μπορούν καν ν’ αράξουν. Ο αιώνιος πλάνης δεν έχει το δικαίωμα της επιστροφής. Περιπέτεια ξεχωριστή, εξωτική, φαντασμαγορία με χίλια χρώματα, πότε ποιητική, πότε άσεμνη, πότε παραληρηματική. Μα σίγουρα κι ακόμα πιο πολύ, εικόνα πιθανή, εικόνα πολύ αληθοφανής της άχαρης μοίρας μας.
- Ελληνική πεζογραφία
Ο Ταχυδρόμος
Γιώργος Παπαδάκης€15.00€13.50Κρατικό βραβείο μυθιστορήματος 2019
Ο ήρωας του βιβλίου, ένας ταπεινός ταχυδρόμος, αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο την ιστορία του, που διαδραματίζεται σε μια ορεινή κοινότητα της μεταπολεμικής Κρήτης. Ευαίσθητος παρατηρητής μιας σκληρής πραγματικότητας, ο ταχυδρόμος άγεται και φέρεται από την κοινωνία, από προξενιά με πλεκτάνες, από ατελέσφορες αγάπες, τέλος από έναν έγγαμο βίο με πολλά μυστικά και ψέματα – ώσπου κάποτε αφυπνίζεται και γίνεται ο ίδιος δράστης οδηγώντας την αφήγηση στην πλήρη ανατροπή της πλοκής και εκτινάσσοντάς την προς τη δραματική κάθαρση.
Η αγάπη και οι δυνατότητές της, οι αυστηροί περιορισμοί των εθίμων στα υψόμετρα των βουνών, η μνήμη, ο έρωτας και ο θάνατος αναπτύσσονται με μια γλώσσα ποιητική, σπάνιας ωριμότητας στην πεζογραφία μας – μιας γλώσσας που δεν αφήνει περιθώρια στη συγκίνηση να “καταπιεί” την αφήγηση. Η γλώσσα γίνεται και αυτή πρωταγωνίστρια του βιβλίου, επαναφέροντας με ορμή το ερώτημα περί της αυθεντικής λογοτεχνία - Ελληνική πεζογραφία
Σκυφτοί περάσανε
Ατζακάς Γιάννης€14.50€13.00ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ
AΡΚΕΙ ΜΙA ΜΙΚΡH ΡΩΓΜH και, όπως το πιο ακριβό αλάβαστρο, οι καρδιές ραγίζουν, τα σώματα διαλύονται και σέρνονται σαν σκυφτές σκιές, σαν ένας αόρατος θίασος, που οι μοιραίοι του ήρωες ψιθυρίζουν τα λιγοστά τους λόγια και αποσύρονται στη σιωπή.
Παρασκευάς : Η φωνή μου δεν βγαίνει, δεν ακούγεται, σαν ένα μουσικό όργανο που του έσπασαν τις χορδές, κι από τον έξω κόσμο μόνον ένα ασταμάτητο βουητό, σαν φτεροκόπημα από μακρινό μελίσσι, φτάνει στ’ αυτιά μου.
Φανούρης : Είμαι γητευτής φιδιών κι αυτός που με το ξόρκι του μπορεί να δένει ακόμη και τα όρνεα του ουρανού.
Αργυρός : Στου πιοτού τη ζάλη μουρμούριζα κάποια ασυνάρτητα λόγια, μπερδεμένα με κομμάτια από παλιούς δραματικούς μου ρόλους.
Ιάκωβος : Είχα φτάσει στο οροπέδιο της ζωής μου, χωρίς να έχω ποτέ αγγίξει καμιά κορφή, χωρίς ένα πέταγμα, ούτε ένα μικρό φτερούγισμα, μια ζήση τραχιά σαν πέτρα, όπως το ηπειρώτικο οροπέδιο, όπου γεννήθηκα.
Σπύρος : Είμαι « ο άρχοντας των τειχών ». Το ταπεινό παράπηγμα, όπου μεγάλωσα, το γαντζωμένο στο ανατολικό τείχος της πόλης, ήταν η δική μου βυζαντινή αυλίτσα.
Αστέριος : Αναρωτιόμουν πώς ξέφυγα από την τυραννική επικράτεια της μητέρας, πώς βγήκα από τη βαριά σκιά του πατέρα, πώς πέταξα σαν πουλί μέσα από κείνες τις φοβερές εφηβικές συμπληγάδες και έφτασα σ’ αυτό το ειρηνικό και γλυκό λυκόφως της ζωής μου.
Μωρίς : Πέρασα μια ζωή προσπαθώντας να ξεχάσω, να γίνω ο άνθρωπος που υπήρξα κάποτε. Δεν τα κατάφερα. Έμεινα για πάντα ο αριθμός που είχε χαράξει στο δέρμα μου το θηρίο.