Ιστορία Της Κρήτης
€23.00 €21.70
Κρήτη τις γαι έστι, μέσω ενί οίνοπι πόντω,
καλή και πίειρα, περίρρυτος· εν δ άνθρωποι
πολλοί, απειρέσιοι, και εννήκοντα πόληες.
(Ομήρου Οδύσσεια τ, 172-174)
“Φυλή αληθινά αξιοθαύμαστη, που έμαθε να διατηρεί εις πείσμα των περιπετειών σαράντα αιώνων αλώβητα τα εθνικά χαρακτηριστικά και την καθαρή γλώσσα της: ανδρεία, ανάμεικτη με το αίσθημα της ανεξαρτησίας, που συχνά βρίσκεται κοντά στην απείθεια, ευφυία ζωηρή, φλογερή φαντασία, γλώσσα γεμάτη εικόνες, αυθόρμητη και ανεπιτήδευτη, αγάπη στην κάθε μορφή περιπέτεια, ακατανίκητη ελευθερίας, που συμπορεύεται με την ακόρεστη επιθυμία της προβολής… Χώρα εύκαρπη, που αδιάκοπα γεννά τους πιο άξιους ανθρώπους στην Εκκλησία και στην Πολιτεία, στις επιστήμες και στα γράμματα, στην οικονομία και στον πόλεμο…”
(L. Petit, λατίνος αρχιεπίσκοπος Αθηνών)
Σχετικά προϊόντα
- Ιστορία
Ρεμπιά Γκιουλνούς,η Ρεθυμνία Χριστιανή Σουλτάνα
Νικόλαος Σταυρινίδης€10.00€9.00Η Ευγενία Βεργίτση δεν πουλήθηκε στο σουλτανικό χαρέμι. Γόνος ευγενούς ρεθεμνιώτικης οικογένειας, ήταν ανάμεσα στα δέκα κορίτσια που στάλθηκαν από τον πορθητή του Ρεθύμνου Γαζή Χουσεΐν Πασά στο Σουλτάνο σαν δώρο από την αλωθείσα πόλη.
Και η τύχη της χαμογέλασε. Έγινε σουλτάνα καθώς και βαλιδέ σουλτάνα, δηλαδή βασιλομήτωρ σουλτάνα όταν στο θρόνο βρέθηκαν οι δυο της γιοι, διαδοχικά. Ο Σταυρινίδης αφηγείται ποια ήταν η ζωή μιας κοπέλας, από την τρυφερή ηλικία των πέντε με δέκα χρόνων κατά την οποία έμπαινε στο χαρέμι μέχρι την ενηλικίωσή της. Κάποιες κοπέλες γίνονταν ευνοούμενες, αλλά μία μόνο είχε την τύχη να γίνει σουλτάνα. Και η Ρεμπιά Γκιουλνούς ήταν ακόμα πιο τυχερή γιατί όχι μόνο την αγάπησε ο σουλτάνος, ο Μεχμέτ ΙV, αλλά του έδωσε και δυο γιους.
Ο Σταυρινίδης υποθέτει πώς ήταν η ζωή της στα πρώτα χρόνια της στο χαρέμι, από ιστορικές πληροφορίες για το πώς ήταν η ζωή των γυναικών εκεί, όμως από τη στιγμή που τα μάτια του σουλτάνου έπεσαν πάνω της έπεσαν πάνω της και άλλα μάτια, που την περιγράφουν και αφηγούνται για τη ζωή της. Ο Σταυρινίδης παραθέτει αρκετά αποσπάσματα, τόσο τούρκων όσο και ξένων που έτυχε να την γνωρίσουν· δηλαδή τι να τη γνωρίσουν, απλά να τη δουν από κοντά και να ακούσουν γι’ αυτήν. Παρακολουθώντας τη ζωή της μέχρι το θάνατό της παρακολουθούμε και την ιστορία της οθωμανικής αυτοκρατορίας τα ύστερα χρόνια του 17ου αιώνα και αρχές του 18ου.
- Ελληνική πεζογραφία
Η πρώτη λευτεριά
Παντελής ΠρεβελάκηςΟ Κρητικός, βιβλίο δεύτερο€14.71€13.30“ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ”:
Ο Άι Λιάς είναι ο άγιος ο νεφοκράτης. Αυτός φουσατεύει τα τάγματα τα σύννεφα, αυτός τα κυβερνά που θαμολήσουν τα νερά τους. Οι βροχάδες που θα μαλακώσουν τη γης για το γυνί, και που θα φουσκώσουν το σπόρο μες στο αυλάκι, και θα πρασινίσουν το χωράφι, είναι στον ορισμό του αγίου. Οι καιροί είναι οι καπετάνιοι του. Ο Βοριάς κι ο Νοτιάς, ο Λεβάντης κι ο Γαρμπής, ο Σιρόκος… Ο Βοριάς είναι που κάνει τους βαριούς χειμώνες, τις βροχάδες, τα χιόνια και το κρύο.
Ο Λεβάντης χύνει τάγρια νερά, νερά με το βουβαλοτούλουμο. Ο Σιρόκος, και κείνος νεροφόρος. Αργεί να βρέξει, μα όταν το γυρίσει, κάνει σύγκλυση και θεοποντή. Ο Νοτιάς φυσάει, ξεραίνει την πλάση χωράφια, αμπέλια, κηποπέρβολα. Μα όταν νοτά και βρέχει, χαρά στον κόσμο! Γιατί είναι όλο γλύκα, σαν κατασταθεί βροχάρης, το νερό του ζεστό, και μεγαλώνει τα σπαρτά. Αρχές του Μάρτη, στα στερνοχείμωνα, ο Νοτιάς παρακινάει τα κλαδιά να ροδαμίσουν, να βοσκηθούνε τα ζωντανά. Στην καρδιά του χειμώνα, πολεμάει το Βοριά το λύκο, λιώνει τα χιόνια, ζεστοκοπάει τον κόσμο. Βολές – βολές, ξεγελάει τα δέντρα να σκάσουνε τους κόμπους, η γης πετάει το γρασιδάκι, ανθίζουν οι λεμονιές. Ο Γαρμπής είναι ο καιρός ο κρύος. Νερό και χιόνι απόλιγο, μα περίσσιος ψόφος… - Ιστορία
Εξόριστοι στο «νησί του θανάτου». Μαρτυρίες, ντοκουμέντα και δημοσιεύματα για τις εκτοπίσεις αγωνιστών στη Γαύδο
Δαμασκηνός, Δημήτρης€21.50€19.40Καταμεσής στο Λιβυκό πέλαγος με τ’ αφρισμένα πάντα νερά, άγρια, μανιασμένα, απύθμενα. Εκατόν εβδομήντα πέντε μίλια μακριά απ’ τον Πειραιά. Κοντά, πολύ κοντά στα παράλια της Αφρικής. Θαρρείς και σε λίγο θα ξεπροβάλει μπροστά σου, πέρα εκεί στην καμπύλη του ομιχλώδικου ορίζοντα, η Αλεξάνδρεια. Κάμποσες ώρες μακριά απ’ αυτή. Εκατόν σαράντα με σαρανταπέντε μίλια. Λίγα σπίτια. Μοιάζουν μ’ αχούρια. Άνθρωποι και ζώα κοιμούνται μαζί. Φτωχοί νησιώτες, άμαθοι και άβγαλτοι παραδομένοι στην ποικιλότροπη εκμετάλλευση. Λίγη βλάστηση, λίγες δεκάδες κάτοικοι. Απέναντι, βορεινά, τα κακοτράχαλα Σφακιά, η Κρήτη, κ’ ύστερα τίποτα. Το μάτι σου κουράζεται ν’ απλώνεται στην απέραντη θάλασσα.
Να, η Γαύδος! Μούρχονται στο νου τα άλλα νησιά της εξορίας. Όσα έχω ακούσει, κι όσα είδα, γεύτηκα ο ίδιος την πίκρα τους. Τα κυριότερα ας πάρουμε. Ανάφη, Φολέγανδρος, Άη Στράτης, Σίκινος, Νηός, Σίφνος, Αμοργός. Αδίσταχτα μπορώ να ειπώ, ούτε κατά φαντασία δεν μπορούν να συγκριθούν στη φρίκη με τούτο εδώ το ποντικόνησο.
Να, μια εικόνα της φρίκης. Ο άγριος χαμός, ο θάνατος του Καραντεμίρη. Πως πέθανε; Μήτε και μείς καλά-καλά το καταλάβαμε, δεν πιστέψαμε, ήταν τόσο γερός. Ο πιο γερός απ’ όλους. Αγρότης απ’ την Αγιάσο της Μυτιλήνης. Κι όμως. Εκεί κάτω πας γερός, βράχος στο σώμα σαν τον Καραντεμίρη και φεύγεις τσακισμένος, καμπουριασμένος απ’ τους ελώδεις. Δεν έχεις γλυτωμό εκεί κάτω. Αλλού ναι, εκεί κάτω όχι. - Ιστορία
Οικόπεδο Πανταχόθεν Ελεύθερο.
Γήσης Παπαγεωργίου€19.00€17.10“Τους Κρητικούς στην Κρήτη δεν τους έβανε ο Θεός ούτε ξεφυτρώσανε απ’ το χώμα όπως το σταμναγκάθι κι οι αβρονιές. Απ’ αλλού ξεκινήσανε κι αλλού πηγαίνανε και πετύχανε στον δρόμο τους την Κρήτη και την εκάτσανε. […] Πιάσανε όλοι μαζί και κοιτάζανε την Κρήτη. Και τότε ανακαλύψανε πως, εκεί που ήτανε φουνταρισμένη στη Μεσόγειο, έμοιαζε με αεροπλανοφόρο. – Τα αεροπλάνα όμως δεν έχουνε εφευρεθεί ακόμα. – Θα ‘ρθει κι η ώρα τους. Διότι, σου λέει ο πάσα ένας ο ενδιαφερόμενος για τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου, σιγά μην κάθομαι να περιμένω την εφεύρεση. Ας έχω εγώ το αρμόδιο εργαλείο κι όταν εφευρεθούνε τα ιπτάμενα να ‘χω πού να τα βάλω”. “Στην Ιστορία μπαίνεις, άμα ποτέ σου δοθεί η ευκαιρία, με δυο τρόπους. Ο ένας είναι να μπεις από την πόρτα την καλή, όρθιος, καμαρωτός και να σου βαράνε και παλαμάκια. Ο άλλος είναι να στηθείς όξω από την πόρτα υπηρεσίας, να περιμένεις να σκοτεινιάσει κι όταν θα βγάλουνε τον ντενεκέ με τα σκουπίδια για να τον αδειάσουνε, να σαλτάρεις στον άδειο σκουπιδοντενεκέ κι εκεί να μείνεις. […] Τι να την κάνω τη νίκη σου, ρε κακομοίρη, όταν δε νοιώθεις να βάνεις και μια στάλα μεγαλείο δίπλα της; Η νίκη για να μετρήσει θέλει μεγαλείο. Ψυχής μεγαλείο, βουβό. Όχι καραμούζες, τούμπανα, παράτες και νάιλον στεφάνια. Νίκη χωρίς μεγαλείο είναι έγκλημα”.