Η ΣΧΕΣΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ
€6.00 €5.40
Γιατί στη συναναστροφή μας με τους άλλους είναι προτιμότερο να ρίχνουμε λίγο το επίπεδό μας; Πώς εξηγείται το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται για τίποτα αν δεν τους αγγίζει προσωπικά; Γιατί η επιείκεια και η ειλικρινής εκτίμηση στο πρόσωπο κάποιου που μόλις γνωρίσαμε δεν είναι οι καλύτεροι σύμβουλοι; Τι είναι τελικά η ευγένεια και γιατί κάνουμε καλό στον εαυτό μας όταν κρίνουμε τους άλλους; Με το γνωστό καίριο και ουδόλως διπλωματικό του ύφος, ο Άρθουρ Σοπενχάουερ προσφέρεται να δώσει απαντήσεις σ’ αυτά και σε πολλά ακόμη ερωτήματα, με την προϋπόθεση βέβαια ότι επιθυμούμε την επαφή με τους άλλους ανθρώπους παρότι “στην πραγματικότητα θα πρέπει να είμαστε πολύ χαρούμενοι αν δεν έχουμε καμία σχέση μαζί τους”.
Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Σχετικά προϊόντα
- Σύγχρονη Φιλοσοφία
Αισθητικότητα και νους
Helmuth PlessnerΣυμβολή στη φιλοσοφία της μουσικής€12.00€10.80Στις ιδιωτικές του συζητήσεις ο Χέλμουτ Πλέσνερ συνήθιζε να χαρακτηρίζει τη μουσική ως summum humanum, ανθρώπινη κορύφωση, αναγνωρίζοντας τη θεμελιώδη σημασία της τέχνης αυτής για τη φιλοσοφική ανθρωπολογία και βλέποντας σε αυτήν το κλειδί για την επίλυση αισθητικών και φιλοσοφικών προβλημάτων.
Στην αμιγώς ενόργανη, «καθαρή» μουσική, όπως την αποκαλεί, σε μια μουσική που μπορεί να σταθεί ως τέχνη χωρίς εικόνες και λέξεις, τον ελκύει εκείνη η μοναδική συγχώνευση νοήματος και ήχου, νου και αισθητικότητας, που δείχνει να διαψεύδει τον καρτεσιανό δυισμό στην πράξη. Το να συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο στην επικράτεια μιας αίσθησης, της ακοής, ωθεί τον Πλέσνερ στην αναζήτηση κάτι αντίστοιχου και στην επικράτεια της όρασης. Ανακαλύπτοντάς το στην ευκλείδεια γεωμετρία, στις έμπλεες νοήματος κατασκευές της οποίας συντελείται η ίδια συγχώνευση νου και αισθητικότητας, ο Πλέσνερ είναι βέβαιος πως μεταξύ νου, αισθητικότητας και σωματικής κίνησης –γιατί τέτοιες είναι η μουσική και η ένσκοπη πράξη με τη λανθάνουσα γεωμετρία της– υπάρχουν δομικές αντιστοιχίες τις οποίες η φιλοσοφία δεν μπορεί να αγνοεί.
- Παλαιά-Μεταχειρισμένα
Ρολάν Μπαρτ απο τον Ρ. Μπ.
Roland Barthes€10.00έκδοση του 1977
Να, για ν’ αρχίσουμε, μερικές εικόνες: είναι το μερίδιο της τέρψης που ο συγγραφέας προσφέρει στον εαυτό του τελειώνοντας το βιβλίο του. Πρόκειται για μια τέρψη γοητείας (και κατά συνέπεια αρκετά εγωιστική). Έχω κρατήσει μόνο τις εικόνες που με συγκλονίζουν, χωρίς να ξέρω το γιατί (η άγνοια αυτή είναι χαρακτηριστικό της γοητείας, κι ό,τι πω για κάθε εικόνα δεν θα είναι παρά φανταστικό).
Ωστόσο, θα πρέπει να το παραδεχτώ, μόνον οι εικόνες της νιότης μου με γοητεύουν. Η νιότη μου δεν ήταν δυστυχισμένη, κι αυτό χάρη στη στοργή που με περιέβαλλε. Ήταν όμως αρκετά άχαρη, εξαιτίας της μοναξιάς και της υλικής σφίξης. Δεν είναι λοιπόν η νοσταλγία κάποιας ευτυχισμένης εποχής που με κάνει να στέκομαι μαγεμένος μπροστά σ’ αυτές τις φωτογραφίες, αλλά κάτι πιο συγκεχυμένο.
Όταν ο ρεμβασμός (η έκπληξη) συνθέτει την εικόνα σαν κάτι το ξεχωριστό, όταν τη μετατρέπει σε αντικείμενο μιας άμεσης απόλαυσης, δεν έχει πια καμιά σχέση με τη σκέψη -ακόμα κι αν αυτή είναι ονειροπόλα- μιας ταυτότητας. Ταράζεται και μαγεύεται από ένα όραμα που δεν είναι καθόλου μορφολογικό (δεν μοιάζω ποτέ με τον εαυτό μου), αλλά μάλλον οργανικό. Καθώς περικλείνει όλο το γονεϊκό πεδίο, η εναλλαγή των εικόνων δρα σαν ένα μέντιουμ και με βάζει σ’ επαφή με το «Εκείνο» του σώματός μου. Γεννά μέσα μου κάτι σαν χαύνο όνειρο, που οι ενότητές του είναι δόντια, μαλλιά, μύτη, λιγνάδα, γάμπες με κάλτσες μακριές, που δεν είναι δικές μου, χωρίς όμως και να ανήκουν σε κανέναν άλλον εκτός από μένα: να με λοιπόν σε κατάσταση ανησυχητικής οικειότητας: βλέπω τη ρωγμή του υποκειμένου (εκείνο ακριβώς για το οποίο το ίδιο το υποκείμενο δεν μπορεί να πει τίποτε). Έτσι η φωτογραφία της νιότης είναι συγχρόνως πολύ αδιάκριτη (είναι το μέσα σώμα μου που παραδίδεται για ανάγνωση) και πολύ διακριτική (δεν μιλάει για «μένα»).
Δεν πρόκειται, επομένως, να βρούμε εδώ παρά μόνο τις εικονίσεις μιας προϊστορίας του σώματος -ανακατεμένες με το οικογενειακό μυθιστόρημα- του σώματος αυτού που πορεύεται προς την εργασία, την απόλαυση της γραφής. - Φιλοσοφία
Το αδιανόητο τίποτα.
Στέλιος Ράμφος«Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών» είναι η φημισμένη ανθολογία ασκητικών κειμένων, που οργώνει αμέσως ή εμμέσως της συνειδήσεως των ορθοδόξων χριστιανών τους τελευταίους δύο και πλέον αιώνες. Δεν είναι έργο με αναφορά το παρελθόν. Μέσα από τις σελίδες της ενάγει ο δρόμος για να κατανοήσουμε δυσνόητα χαρακτηριστικά του συλλογικού μας προσώπου μαζί με καθοριστικές ιδέες και αξίες μας. Μας δίνει την δυνατότητα να θεμελιώσουμε επιστημονικά μια νεοελληνική ανθρωπολογία, που οδυνηρά μας λείπει, δημιουργώντας μόνιμη κρίση πολιτισμού. Μέσα από «Το Αδιανόητο Τίποτα» ο Στέλιος Ράμφος ερμηνεύει τα αντιπροσωπευτικότερα κείμενα της Φιλοκαλίας και τα συνδέει με μεγάλα προβλήματα του σύγχρονου πολιτισμού
- Φιλοσοφία
Λυκόφως των ειδώλων
Friedrich Nietzsche€15.00€13.00«Στα μισά μιας σκοτεινής υπόθεσης που απαιτεί μέγιστη υπευθυνότητα, δεν είναι και λίγο να διατηρείς– μ᾽ όποιο τέχνασμα! – ηλιόλουστη τη διάθεσή σου»: Έτσι ξεκινάει το Λυκόϕως των Ειδώλων, ένα συναρπαστικό σφυροκόπημα αιώνιων ειδώλων, ένα «διονυσιακό φινάλε» για τον φιλόσοφο στη σκιά του οποίου κινήθηκαν όλοι οι μεταγενέστεροι.
Το Λυκόφως μαζί με τον Αντίχριστο και το Ecce Homo είναι τα τρία τελευταία έργα του Φρ. Νίτσε. Γράφτηκε το 1888, τη στερνή νηφάλια χρονιά του Νίτσε, την περίοδο που ο ίδιος περιγράφει σαν «την τέλεια μέρα που όλα ωρίμαζαν».
Η τελευταία αυτή δημιουργική περίοδος του Νίτσε είναι μοναδική στα χρονικά της λογοτεχνίας, όπως τονίζει ο Στέφαν Τσβάιχ: «Ίσως ποτέ, σ᾽ ένα τόσο μικρό χρονικό διάστημα, καμιά μεγαλοφυία δεν σκέφτηκε τόσο εντατικά, υπερβολικά και ριζικά. Ποτέ ανθρώπινος νους δεν κατακλύστηκε έτσι από ιδέες, δεν γέμισε από εικόνες και δεν πλημμύρισε από μουσική, όπως ο σημαδεμένος της Μοίρας εγκέφαλος του Νίτσε».
Βγαλμένο απ’ την πολεμική σχολή της ζωής . –« Ό,τι δε με σκοτώνει, με δυναμώνει» (από τις γνωστότερες φράσεις του Λυκόφωτος) το βιβλίο στήνει νέες αξίες, χαράζει καινούργιες ορίζουσες, σπάζοντας τις πλάκες των παλιών, σ᾽ όλη τη σφαίρα της ποίησης, της ϕιλοσοϕίας, του γενικότερου στοχασμού.
Ηράκλειτος, Αριστοτέλης, Σωκράτης, Σοπενάουερ, Θουκυδίδης, Φλωμπέρ, Πλούταρχος, Ελεάτες, Δημόκριτος, Κάντ, Πασκάλ, Γκαίτε, Ρουσσώ, Σίλλερ, Δάντης, Ουγκό, Λιστ, Ζολά, Μπαλζάκ, Ραϕαέλο, Λόπε ντε Βέγα, Δαρβίνος, Ιούλιος Καίσαρ, Βάγκνερ, Ναπολέων, Ντοστογιέφσκι, Σταντάλ, Σπινόζα, Βίνκελμαν: μερικοί μόνο από όσους στηρίζουν τον πολιτισμό μας που ο Νίτσε «περνά από κόσκινο».
«Τούτο το γραφτό κεφάτο, ολέθριο, ένας δαίμονας που γελάει», όπως λέει ο φιλόσοφος στην αυτοβιογραφία του, «είναι το βιβλίο-εξαίρεση: τίποτα πλουσιότερο σε ουσίες, πιο ανεξάρτητο, πιο ανατρεπτικό».