Καμία λέξη δεν διατρέχει περισσότερο τον σύγχρονο δημόσιο λόγο απʼ όσο η λέξη «διαφάνεια». Σύμφωνα με τον Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν, όποιος περιορίζει τη χρήση της αποκλειστικά σε θέματα διαφθοράς ή ελεύθερης διακίνησης της πληροφορίας, παραγνωρίζει την αληθινή της διάσταση. Η εμβέλεια της έννοιας «διαφάνεια» αποκαλύπτεται μόνον όταν της αποστερήσουμε το πρόσχημα της «καθαρότητας» και της «δημοκρατικότητας», και αφήσουμε να φανεί η αδιαφανής όψη της, αυτή που συνδέεται με την επιτήρηση και τον έλεγχο. Στη σύγχρονη εν πολλοίς πορνογραφική κοινωνία της επίδειξης του απόκρυφου, όπου όποιος δεν εκτίθεται, απλώς «δεν υπάρχει», η διαφάνεια δεν υπηρετεί την αλήθεια. Αντιθέτως, παράγοντας υπερβολική ποσότητα πληροφορίας, διευκολύνει τον έλεγχο των ανθρώπινων ελευθεριών και την ηλεκτρονική αστυνόμευση.
Ο διάσημος κορεάτης φιλόσοφος αναλύει τις διαφορετικές πτυχές της έννοιας «διαφάνεια», εξετάζοντας εννέα κοινωνίες σε ισάριθμα κεφάλαια: την κοινωνία του θετικού, της έκθεσης, του εμφανούς, του πορνό, της επιτάχυνσης, του ενδόμυχου, της πληροφορίας, της αποκάλυψης, του ελέγχου.
Στο πρώτο κείμενο, ο Ζιράρ συμπυκνώνει τη θεωρία της μιμητικής επιθυμίας, που αποτελεί τη δική του συνεισφορά όχι μόνο στην κριτική της λογοτεχνίας -αυτό θα ήταν ένα πολύ στενό πλαίσιο-, αλλά και στην ιστορία της βίας, της θρησκείας και της επιθυμίας. Φραγμός στην ανθρώπινη επιθυμία δεν υπάρχει; όσα επιδιώκει ένα μεμονωμένο μέλος της κοινότητας μπαίνουν στο στόχαστρο των υπολοίπων. Και ακριβώς επειδή οι άλλοι τα εποφθαλμιούν, εκείνος τα λατρεύει διπλό. Διαφαίνεται εδώ το περίφημο “μιμητικό τρίγωνο”, που συνδέει τον επιθυμούντο, το επιθυμούμενο αντικείμενο και τον μεσολαβητή-πρότυπο. Το δεύτερο κείμενο αφορά ένα γνωστό από τη βιβλιογραφία συνέδριο στο οποίο συμμετείχε ο Ζιράρ, αλλά ταυτόχρονα την άγνωστη εν πολλοίς συνάντησή του με τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Στο Δεκαήμερο του Σεριζύ, με θέμα την “Αυτοοργάνωση”, οι δυο τους συγκρούονται για την ενδεχομενικότητα στις ανθρώπινες υποθέσεις. Ο καθολικός Ζιράρ -ο ίδιος τοποθετεί τη μεταστροφή του από τον σκεπτικισμό στον χριστιανισμό το 1958- απέναντι στον μαχητικό άθεο Καστοριάδη. Ο αφηγητής του Ιερού εντός της κοινωνίας απέναντι στον εισηγητή της αυτονομίας, που εξορίζει τη θρησκεία. Ο ντετερμινιστής, που αναζητά υπεριστορικούς κανόνες για τη θέσμιση των κοινωνιών, και ο υπέρμαχος του πολιτικού αναστοχασμού και της πράξεως.
Σχεδόν όλα όσα ονομάζουμε “ανώτερη καλλιέργεια” βασίζονται στην εκπνευμάτωση [] της βαναυσότητας []. Η επώδυνη ηδυπάθεια που εκπέμπει η τραγωδία, έχει βάση της το απάνθρωπο, το άγριο. Ο λεγόμενος έλεος της τραγωδίας, αλλά και καθετί υψηλό, ως τ’ ανώτερα και γλυκύτατα ρίγη της μεταφυσικής, αντλεί τη ηδύτητά του αποκλειστικά απ’ τα συστατικά της αγριότητας που περιέχει. Οι Ρωμαίοι με τις αρένες τους, οι Χριστιανοί μες στην έκσταση του Σταυρού, οι Ισπανοί με τα ικριώματα και τις ταυρομαχίες τους, [] οι εργάτες των παρισινών προαστίων που νοσταλγούν αιματηρές επαναστάσεις [] – όλοι απολαμβάνουν και ζητούν φλογερά να πιουν το μεθυστικό πιοτό της μεγάλης Κίρκης “Αγριότητας”.
“Δεν μπορώ” του είπα. “Δεν μπορώ!” “Σίγουρα;” με ρώτησε αυτός. “Ναι. Πολύ θα ήθελα να μπορούσα να σταθώ μπροστά της και να της πω τι νιώθω… Ξέρω, όμως, ότι δεν μπορώ.” Ο Χοντρός κάθισε σαν τον Βούδα πάνω σ’ εκείνες τις φριχτές μπλε πολυθρόνες του γραφείου του. Χαμογέλασε, με κοίταξε στα μάτια και, χαμηλώνοντας τη φωνή όπως έκανε κάθε φορά που ήθελε να τον ακούσουν προσεκτικά, μου είπε: “Να σου πω μια ιστορία…” Και χωρίς να περιμένει να συμφωνήσω, ο Χόρχε άρχισε να αφηγείται. Ο Ντεμιάν είναι ένας ανήσυχος νεαρός φοιτητής που προσπαθεί να ανακαλύψει τον εαυτό του. Οι αναζητήσεις του τον κατευθύνουν στον “Χοντρό”, έναν πολύ ιδιόρρυθμο ψυχαναλυτή που τον βοηθά να αντιμετωπίσει τη ζωή και να βρει απαντήσεις στα ερωτήματά του με έναν τρόπο πολύ πρωτότυπο: σε κάθε συνάντηση, του διηγείται από μία ιστορία, κλασική ή μοντέρνα, “ανατολίτικη” ή “δυτικότροπη”, που πηγάζει από τη λαϊκή προφορική παράδοση ή απευθείας από τη φαντασία του “Χοντρού”. Οι ιστορίες αρχίζουν να λειτουργούν ως παραβολές, και ο Ντεμιάν κατασιγάζει τις αγωνίες και τις ανασφάλειές του, ωριμάζοντας μάλλον, παρά βρίσκοντας “έτοιμες λύσεις” και “συνταγές ευτυχίας”… Οι σχέσεις μεταξύ θεραπευτή και θεραπευομένου δεν είναι -ούτε αυτές- συμβατικές και αναμενόμενες. Καβγάδες, διαφωνίες, συμπάθεια, αντιπάθεια, μίσος και αγάπη αφήνονται ελεύθερα να εκφραστούν, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο δύο μοναδικούς λογοτεχνικούς ήρωες με σάρκα και οστά, προσφιλείς και οικείους στον αναγνώστη. Καμία σχέση εδώ με το στερεότυπο του ψυχαναλυτικού ντιβανιού και του οριζοντιωμένου πάσχοντος. Ο διάλογος και η ανταλλαγή εμπειριών και απόψεων, διανθισμένος με εξαιρετικές αφηγήσεις ιστοριών, τοποθετούν το Να σου πω μια ιστορία στην κατηγορία των λογοτεχνικών βιβλίων, ασχέτως εάν, παγκοσμίως, τοποθετείται κάτω από την ετικέττα: “Βιβλία αυτογνωσίας και αυτοβοήθειας”.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies έτσι ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η αναγνώρισή σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπό μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστότοπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
Απολύτως Απαραίτητα
Τα απολύτως απαραίτητα cookie πρέπει να είναι ενεργοποιημένα ανά πάσα στιγμή, ώστε να μπορούμε να αποθηκεύσουμε τις προτιμήσεις σας για τις ρυθμίσεις cookie.
If you disable this cookie, we will not be able to save your preferences. This means that every time you visit this website you will need to enable or disable cookies again.
Google Analytics
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Google Analytics για τη συλλογή ανώνυμων πληροφοριών, όπως ο αριθμός των επισκεπτών στον ιστότοπο και οι πιο δημοφιλείς σελίδες.
Η διατήρηση αυτού του cookie ενεργοποιημένου μας βοηθά να βελτιώσουμε τον ιστότοπό μας.
Please enable Strictly Necessary Cookies first so that we can save your preferences!