Η κοινωνία της διαφάνειας
€9.60
“ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ” ΚΑΙ “ΑΛΗΘΕΙΑ”
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΑΥΤΟΣΗΜΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ
Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
€10.60 €9.60
“ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ” ΚΑΙ “ΑΛΗΘΕΙΑ”
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΑΥΤΟΣΗΜΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ
Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Η Εργασία περί στοών (Das Passagen-Werk) υπήρξε το magnum opus του Γερμανοεβραίου φιλόσοφου Βάλτερ Μπένγιαμιν. Με τη μεθοδική παράθεση πολυάριθμων αποσπασμάτων από διάφορους συγγραφείς αλλά και δικών του αφοριστικών σχολιασμών, επιδίωκε να συγκροτήσει ένα καλειδοσκόπιο, μέσα από το οποίο ο αναγνώστης θα “τηλεσκόπευε” ένα υπέρπυκνο σημείο του παρελθόντος, το Παρίσι του 19ου αιώνα. Συλλαμβάνοντας την ιδέα ότι το αστικό τοπίο αυτής της πρότυπης μεγαλούπολης μπορεί να ιδωθεί ως μήτρα των χαρακτηριστικότερων φαινομένων του ακμαίου καπιταλισμού, ο Μπένγιαμιν αναγνώρισε στις εμπορικές στοές, στις σκεπαστές διαβάσεις, την εμβληματική μεταφορά γύρω από την οποία θα οργανωνόταν το υλικό της σχεδιαζόμενης εργασίας. Ένα έργο που έμεινε ανολοκλήρωτο.
Στην καρδιά της Εργασίας περί στοών ξεχωρίζει μια θεωρητική νησίδα, η Δεσμίδα Ν, με τίτλο “Γνωσιοθεωρητικά, Θεωρία της προόδου”. Στην ενότητα αυτή, ο Μπένγιαμιν προτείνει μια ρηξικέλευθη ιστορικο-υλιστική αντίληψη για την κατανόηση του παρελθόντος. Όπως υποστηρίζει, “ο ιστορικός υλισμός πρέπει να απαρνηθεί το επικό στοιχείο της ιστορίας. Ανατινάζει την εποχή έξω από την πραγμοειδή “συνέχεια της ιστορίας”. Αλλά επίσης ανατινάζει την ομοιογένεια της εποχής. Τη γεμίζει με εκρηκτική ύλη, δηλαδή με παρόν”.
Στη Δεσμίδα Ν περιλαμβάνεται επίσης ένα σύνολο καταχωρίσεων που ιχνηλατούν την αποκρυστάλλωση της αντίληψης περί αυτόματης προόδου ως τελεολογικού δόγματος κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Πρόθεση του συγγραφέα ήταν η καταγραφή της πρωτο-ιστορίας (Urgeschichte) της συγκεκριμένης κανονιστικής ιδέας, η οποία εμπεδώθηκε παράλληλα με την αυξανόμενη κυριαρχία της αστικής τάξης.
έκδοση του 1977
Να, για ν’ αρχίσουμε, μερικές εικόνες: είναι το μερίδιο της τέρψης που ο συγγραφέας προσφέρει στον εαυτό του τελειώνοντας το βιβλίο του. Πρόκειται για μια τέρψη γοητείας (και κατά συνέπεια αρκετά εγωιστική). Έχω κρατήσει μόνο τις εικόνες που με συγκλονίζουν, χωρίς να ξέρω το γιατί (η άγνοια αυτή είναι χαρακτηριστικό της γοητείας, κι ό,τι πω για κάθε εικόνα δεν θα είναι παρά φανταστικό).
Ωστόσο, θα πρέπει να το παραδεχτώ, μόνον οι εικόνες της νιότης μου με γοητεύουν. Η νιότη μου δεν ήταν δυστυχισμένη, κι αυτό χάρη στη στοργή που με περιέβαλλε. Ήταν όμως αρκετά άχαρη, εξαιτίας της μοναξιάς και της υλικής σφίξης. Δεν είναι λοιπόν η νοσταλγία κάποιας ευτυχισμένης εποχής που με κάνει να στέκομαι μαγεμένος μπροστά σ’ αυτές τις φωτογραφίες, αλλά κάτι πιο συγκεχυμένο.
Όταν ο ρεμβασμός (η έκπληξη) συνθέτει την εικόνα σαν κάτι το ξεχωριστό, όταν τη μετατρέπει σε αντικείμενο μιας άμεσης απόλαυσης, δεν έχει πια καμιά σχέση με τη σκέψη -ακόμα κι αν αυτή είναι ονειροπόλα- μιας ταυτότητας. Ταράζεται και μαγεύεται από ένα όραμα που δεν είναι καθόλου μορφολογικό (δεν μοιάζω ποτέ με τον εαυτό μου), αλλά μάλλον οργανικό. Καθώς περικλείνει όλο το γονεϊκό πεδίο, η εναλλαγή των εικόνων δρα σαν ένα μέντιουμ και με βάζει σ’ επαφή με το «Εκείνο» του σώματός μου. Γεννά μέσα μου κάτι σαν χαύνο όνειρο, που οι ενότητές του είναι δόντια, μαλλιά, μύτη, λιγνάδα, γάμπες με κάλτσες μακριές, που δεν είναι δικές μου, χωρίς όμως και να ανήκουν σε κανέναν άλλον εκτός από μένα: να με λοιπόν σε κατάσταση ανησυχητικής οικειότητας: βλέπω τη ρωγμή του υποκειμένου (εκείνο ακριβώς για το οποίο το ίδιο το υποκείμενο δεν μπορεί να πει τίποτε). Έτσι η φωτογραφία της νιότης είναι συγχρόνως πολύ αδιάκριτη (είναι το μέσα σώμα μου που παραδίδεται για ανάγνωση) και πολύ διακριτική (δεν μιλάει για «μένα»).
Δεν πρόκειται, επομένως, να βρούμε εδώ παρά μόνο τις εικονίσεις μιας προϊστορίας του σώματος -ανακατεμένες με το οικογενειακό μυθιστόρημα- του σώματος αυτού που πορεύεται προς την εργασία, την απόλαυση της γραφής.
Ο Πλάτων ανήκει σ’ εκείνες τις κοσμοϊστορικές προσωπικότητες, που με τις ιδέες τους έχουν ακαταπόνητα ασχοληθεί οι σοφοί όλων των χρόνων και όλων των ειδών, και που εξακολουθούν εν τούτοις να ερεθίζουν πάντα το ενδιαφέρον των ειδικών και του μορφωμένου κοινού. Γύρω απ’ αυτόν έχει δημιουργηθεί μια εξαιρετικά πλούσια σε έκταση φιλολογία πρέπει λοιπόν μια νέα συγγραφή για τον Πλάτωνα να θεμελιώσει πρώτα το δικαίωμα της ύπαρξής της. Ας επιτραπεί σ’ αυτήν εδώ την εργασία, για τη δικαίωσή της, να επικαλεστεί του λόγους του Windelband: «Οι μεγάλες μορφές της ανθρώπινης ιστορίας μοιράζονται με τα μεγάλα δημιουργήματα της ανθρώπινης Τέχνης το ύψιστο προνόμιο: είναι ανεξάντλητες», με τούτο ακριβώς το νόημα «ότι συχνά αρκεί η παραμικρότερη μετατόπιση από τη θέση που τις βλέπομε, μια μικρή αλλαγή του φωτισμού, για να γίνουν ορατά μερικά σημαντικά περιγράμματά τους, που με αυτό τον τρόπο δεν είχαν ακόμη έως τώρα αναφανεί». Ακριβώς μια τέτοια μετατόπιση του εποπτικού σημείου θα επιχειρήσει αυτή η πραγματεία.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ: Καλή
«Στα μισά μιας σκοτεινής υπόθεσης που απαιτεί μέγιστη υπευθυνότητα, δεν είναι και λίγο να διατηρείς– μ᾽ όποιο τέχνασμα! – ηλιόλουστη τη διάθεσή σου»: Έτσι ξεκινάει το Λυκόϕως των Ειδώλων, ένα συναρπαστικό σφυροκόπημα αιώνιων ειδώλων, ένα «διονυσιακό φινάλε» για τον φιλόσοφο στη σκιά του οποίου κινήθηκαν όλοι οι μεταγενέστεροι.
Το Λυκόφως μαζί με τον Αντίχριστο και το Ecce Homo είναι τα τρία τελευταία έργα του Φρ. Νίτσε. Γράφτηκε το 1888, τη στερνή νηφάλια χρονιά του Νίτσε, την περίοδο που ο ίδιος περιγράφει σαν «την τέλεια μέρα που όλα ωρίμαζαν».
Η τελευταία αυτή δημιουργική περίοδος του Νίτσε είναι μοναδική στα χρονικά της λογοτεχνίας, όπως τονίζει ο Στέφαν Τσβάιχ: «Ίσως ποτέ, σ᾽ ένα τόσο μικρό χρονικό διάστημα, καμιά μεγαλοφυία δεν σκέφτηκε τόσο εντατικά, υπερβολικά και ριζικά. Ποτέ ανθρώπινος νους δεν κατακλύστηκε έτσι από ιδέες, δεν γέμισε από εικόνες και δεν πλημμύρισε από μουσική, όπως ο σημαδεμένος της Μοίρας εγκέφαλος του Νίτσε».
Βγαλμένο απ’ την πολεμική σχολή της ζωής . –« Ό,τι δε με σκοτώνει, με δυναμώνει» (από τις γνωστότερες φράσεις του Λυκόφωτος) το βιβλίο στήνει νέες αξίες, χαράζει καινούργιες ορίζουσες, σπάζοντας τις πλάκες των παλιών, σ᾽ όλη τη σφαίρα της ποίησης, της ϕιλοσοϕίας, του γενικότερου στοχασμού.
Ηράκλειτος, Αριστοτέλης, Σωκράτης, Σοπενάουερ, Θουκυδίδης, Φλωμπέρ, Πλούταρχος, Ελεάτες, Δημόκριτος, Κάντ, Πασκάλ, Γκαίτε, Ρουσσώ, Σίλλερ, Δάντης, Ουγκό, Λιστ, Ζολά, Μπαλζάκ, Ραϕαέλο, Λόπε ντε Βέγα, Δαρβίνος, Ιούλιος Καίσαρ, Βάγκνερ, Ναπολέων, Ντοστογιέφσκι, Σταντάλ, Σπινόζα, Βίνκελμαν: μερικοί μόνο από όσους στηρίζουν τον πολιτισμό μας που ο Νίτσε «περνά από κόσκινο».
«Τούτο το γραφτό κεφάτο, ολέθριο, ένας δαίμονας που γελάει», όπως λέει ο φιλόσοφος στην αυτοβιογραφία του, «είναι το βιβλίο-εξαίρεση: τίποτα πλουσιότερο σε ουσίες, πιο ανεξάρτητο, πιο ανατρεπτικό».
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies έτσι ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η αναγνώρισή σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπό μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστότοπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
Τα απολύτως απαραίτητα cookie πρέπει να είναι ενεργοποιημένα ανά πάσα στιγμή, ώστε να μπορούμε να αποθηκεύσουμε τις προτιμήσεις σας για τις ρυθμίσεις cookie.
If you disable this cookie, we will not be able to save your preferences. This means that every time you visit this website you will need to enable or disable cookies again.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Google Analytics για τη συλλογή ανώνυμων πληροφοριών, όπως ο αριθμός των επισκεπτών στον ιστότοπο και οι πιο δημοφιλείς σελίδες.
Η διατήρηση αυτού του cookie ενεργοποιημένου μας βοηθά να βελτιώσουμε τον ιστότοπό μας.
Please enable Strictly Necessary Cookies first so that we can save your preferences!