Η φάρσα
€8.00 €4.00
Επανέκδοση του εμβληματικού βιβλίου της Έρσης Σωτηροπούλου, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1982.
«Η “Φάρσα” είναι το Μανιφέστο της επαναστατημένης γυναίκας – επαναστατημένη στο μέτρο που ο άντρας είναι ακόμα ο απόλυτος άρχων που κρατάει τα ηνία, αφού δεν έχει εκλείψει η βασιλεία του ούτε στους ουρανούς ούτε επί της γης… Η επαναστατική πράξη συνίσταται στην υπονόμευση αυτής της δύναμης με τη γελοιοποίησή της, την καταβαράθρωσή της με το γέλιο». Από το εισαγωγικό σημείωμα του Νάνου Βαλαωρίτη.
«Λένε πως για να γραφτεί ένα μυθιστόρημα χρειάζεται πρώτ’ απ’ όλα μια έμμονη ιδέα. Αυτό είναι αλήθεια – δεν έχει σημασία ποια ιδέα θα είναι, αρκεί να υπάρχει κάποια. Ο Ναμπόκοφ, για παράδειγμα, διάλεξε το νυμφίδιο, και ο Νόρμαν Μαίηλερ τις ανόητες συνήθειες της μεσαίας τάξης. Κάθε καλό μυθιστόρημα καλλιεργεί την έμμονη ιδέα μέχρι να της δώσει λάμψη, νομιμότητα και εσωτερική συνοχή. Να λοιπόν το πιο θαυμάσιο απ’ όσα συμβαίνουν στη “Φάρσα”: η έμμονη ιδέα είναι εδώ η ίδια η γλώσσα, αφελής και ετοιμοθάνατη, όμως ακόμη ικανή να φτιάχνει έξυπνες πλεκτάνες, να ειρωνεύεται τη μοναξιά και να παγιδεύει τις παραξενιές των ανθρώπων σ’ έναν αδιάκοπο συνωμοτικό ψίθυρο». Ευγένιος Αρανίτσης, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 25-7-1982.
Διαθεσιμότητα: 1 σε απόθεμα
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική πεζογραφία
Βάρδια
Νίκος Καββαδίας€17.00€15.30Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ, (1910-1975), έγινε πολύ νωρίς γνωστός στην Ελλάδα με την πρώτη του ποιητική συλλογή, «Μαραμπο», που εκδόθηκε το 1933 και που για καιρό πλήθος ναυτικοί την ήξεραν απέξω. Διατήρησε σ’ όλη του τη ζωή το παρωνύμιο «Μαραμπού» – το όνομα του κακοσήμαδου και καταραμένου πουλιού που είχε διαλέξει στα είκοσί του χρόνια για να συμβολίσει τον εαυτό του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο λόγος, για τον οποίο δημοσίευσε τη «Βάρδια», το 1954, προτού σωπάσει για είκοσι χρόνια, ήταν να εξερευνήσει ένα νέο εκφραστικό τρόπο. Ονειρεύτηκε εν συνεχεία -ή καμώθηκε πως ονειρεύτηκε- να γράψει απομνημονεύματα. «Μα θα με σκοτώσουν αν τα διηγηθώ όλα», συνήθιζε να λέει. Στην πραγματικότητα, η ίδια η «Βάρδια» ήταν μυθιστόρημα, ποίημα και αναμνήσεις συγχρόνως. Μέσα στο βιβλίο υπάρχει καταρχάς η ιστορία ενός ταξιδιού. Στη θάλασσα της Κίνας, ένα παμπάλαιο φορτηγό, σαραβαλιασμένο -ένα από κείνα τα σαπιοκάραβα που είχαν ήδη πουληθεί για παλιοσίδερα και που οι έλληνες εφοπλιστές τα πήγαιναν για επιδιόρθωση στο Ρότερνταμ και ύστερα τά ‘βαζαν να γυρίζουν τις θάλασσες για χρόνια ακόμα- έχει βάλει πλώρη για το Σαντούν. Αλλά το ουσιώδες έγκειται στις συνομιλίες. Σ’ αυτές ακριβώς θεμελιώνεται το έργο. Στις ατελείωτες ώρες της βάρδιας, οι ναυτικοί -ο θερμαστής, ο καπετάνιος ή ο ασυρματιστής, όπως ήταν ο συγγραφέας- αναμασούν από κοινού την κατάστασή τους. Τη ζωή τους την αντιλαμβάνονται ως κατάρα, αλλά μια κατάρα που την αποδέχονται και την επιζητούν: δεν υπάρχει γι’ αυτούς χειρότερη δυστυχία από τη ζωή στη στεριά, την αναγκαστική αργία, την αποχώρηση που τους θάβουν ζωντανούς. Υπάρχει μια παράδοξη διαλεκτική αγάπης και μίσους, δυσπιστίας και συνενοχής ανάμεσα σ’ αυτούς τους ναυτικούς και το πλοίο τους: αιχμάλωτοι και ξεριζωμένοι μαζί, απεχθάνονται καθετί που θα μπορούσε να τους ελευθερώσει, να σταματήσει την πορεία τους. Μέσω των συζητήσεών τους εισάγονται στην αφήγηση ανέκδοτα και αναμνήσεις – μια ολόκληρη σειρά από ιστορίες, εκτεταμένες ή σύντομες, κωμικές ή φρικιαστικές, πάντα συναρπαστικές, που συνιστούν ένα δεύτερο πλάνο του έργου. Τις πιο μακριές αφηγήσεις τις κάνει ο ασυρματιστής που εκπροσωπεί σαφώς το συγγραφέα και εξάλλου ονομάζεται Νικόλας, όπως εκείνος. Όταν η αφήγηση περνάει στο πρώτο πρόσωπο, περίπου στη μέση του βιβλίου, το μυθιστόρημα φτάνει στην αρτίωσή του. Με το τέχνασμα αυτό αποκτά, πρώτα πρώτα, μια λυρική διάσταση: ένα πλήθος από ονειροπολήσεις ή φαντασιώσεις εκφράζονται, μέσω αληθινών ποιημάτων, σε πρόζα. Αλλά κυρίως το μυθιστόρημα παίρνει τώρα οριστικά ένα χαρακτήρα εξομολόγησης. Εξάλλου, όλες οι αφηγήσεις των ναυτικών είναι επίσης εξομολογήσεις, που αποσπώνται από χείλη που μοιάζουν να μη θέλουν να τις κάνουν. Οι εξομολογήσεις του ασυρματιστή, που είτε τραβούν σε μάκρος είτε, εντελώς αντίθετα, κομματιάζονται και ολοκληρώνονται στα κλεφτά, με αποσπάσματα στη μέση άλλων αφηγήσεων, κυριαρχούν στο έργο. Ένα αίσθημα ενοχής τεράστιο, εμετικό, αφόρητο αναδίδεται απ’ αυτές: «Ό,τι αγγίζω σαπίζει. Δεν πεθαίνει, σαπίζει». Μέσα σ’ ένα κλίμα συντέλειας του κόσμου, η πατρίδα – Ανατολή δεν επιφυλάσσει στον ταξιδιώτη παρά το θέαμα της ερήμωσης, της πορνείας, της σύφιλης και του θανάτου – καθρέφτη αψευδούς της σήψης του παρελθόντος που έχει μόλις βγει στην επιφάνεια, ακολουθώντας το νήμα των αναμνήσεων. Σ’ αυτό τον τόπο καταγωγής δεν μπορούν καν ν’ αράξουν. Ο αιώνιος πλάνης δεν έχει το δικαίωμα της επιστροφής. Περιπέτεια ξεχωριστή, εξωτική, φαντασμαγορία με χίλια χρώματα, πότε ποιητική, πότε άσεμνη, πότε παραληρηματική. Μα σίγουρα κι ακόμα πιο πολύ, εικόνα πιθανή, εικόνα πολύ αληθοφανής της άχαρης μοίρας μας.
- Ελληνική πεζογραφία
Το Κρασί των Δειλών
Λουντέμης Μενέλαος€10.00Εκδόσεις Δωρικός 1966
Ποινή μου εκατό τα εκατό θα ‘ναι ο θάνατος.
Θα μπορούσα να κάνω όχι ένα μέτρο πίσω, αλλά ένα εκατοστό… και θα γλίτωνα.
Αλλά τότε τι θα μου μείνει Βόβα;
Βόβα… αν το ιδανικό μας ήταν τόσο φτηνό που να μπορούσε να το εγκαταλείψει ο άνθρωπος τόσο εύκολα τότε τι ιδανικό θα ήταν;
Εδώ μια ποδοσφαιρική ομάδα εγκαταλείπεις και σε περιφρονούν.
Πώς μπορείς να εγκαταλείψεις ολόκληρο ”πιστεύω”;
Όχι, Βόβα. Θα πεθάνουμε και μεις γι’ αυτό το ιδανικό, για να το κάνουμε ακόμη πιο ακριβό.
Τόσο ακριβό που να αποφασίσουν να πεθάνουν κι άλλοι άνθρωποι για χάρη του.
Και τότε θα γίνει τέλειο… - Αστυνομική λογοτεχνία
Τα πολλά πρόσωπα του Ροδόλφου Μπάτη
Γιώργος Λεονταρίτης€12.00€10.80Ποιός ήταν ο Ροδόλφος Μπάτης, ο άνθρωπος με τα πολλά πρόσωπα που βρισκόταν στη σκιά συγκλονιστικών γεγονότων της πολιτικής ζωής των πρώτων χρόνων της δεκαετίας του 1950; Μια προσωπικότητα της εποχής με περίεργο παρελθόν και χωρίς μέλλον. Πράκτορας ξένων μυστικών υπηρεσιών, της Ιντέλλιτζενς Σέρβις, ή «διπλός κατάσκοπος» κομμουνιστικών κρατών; Φίλος καταδιωγμένων Εβραίων στην Κατοχή ή διπλωμάτης στο Βερολίνο από τους έμπιστους του Γ’ Ράιχ; Γιατί η Ασφάλεια δεν θέλει να ψάχνουν για αυτόν, σε μια εποχή που η περίφημη «υπόθεση Μπελογιάννη» είχε αναστατώσει την Ελλάδα αλλά και τις ξένες χώρες; Ο «Ροδόλφος που ήλθε από την ομίχλη» αναστάτωσε τη ζωή ενός νεαρού δημοσιογράφου, που ήταν αδύνατον να φανταστεί ότι εξαιτίας του θα έμπλεκε στον ιστό της αράχνης του θολού κόσμου των κατασκόπων. Μια γοητευτική γυναίκα, νεανικός έρωτας του δημοσιογράφου, εμφανίζεται ξαφνικά, μετά από χρόνια στη ζωή του, για να τον εμπλέξει σ’ αυτή την ιστορία. Άλλοτε μαχητική κομμουνίστρια, που η ζωή τη μεταμόρφωσε σε μεγάλη «κυρία της αριστοκρατίας», ζητά από τον παλιό της φίλο να τη βοηθήσει να βρει τον σύζυγό της, που εξαφανίστηκε απροσδόκητα, χωρίς να αφήσει πίσω του κανένα ίχνος. Τού ζητά να μάθει τί απέγινε ο Ροδόλφος Μπάτης. Ζει ή τον δολοφόνησαν, και γιατί; Στο σκηνικό μιας Αθήνας που δεν υπάρχει πια, της Αθήνας της δεκαετίας του 1950, με τα κοσμικά κέντρα, τα πολιτικά παρασκήνια και τον κόσμο μιας άλλης δημοσιογραφίας, εκτυλίσσεται η περίεργη αυτή ιστορία, για να φτάσει σε ένα τέλος που κανείς δεν το περιμένει. Και σε όλο αυτό το σκηνικό του μυθιστορήματος σημαντική παρουσία αποτελεί ο συγγραφέας Γιάννης Μαρής…
Χρονολογία Έκδοσης Ιούνιος 2021
Αριθμός σελίδων 176
Διαστάσεις 17×12 - Ελληνική πεζογραφία
Στη φωλιά του ιππόκαμπου
Ευτυχία Γιαννακάκη€16.60€15.00Μια μαχόμενη δημοσιογράφος εντοπίζεται νεκρή στην πισίνα ενός ρετιρέ στο Κολωνάκι, στο διαμέρισμα του πρώην συζύγου της, διακεκριμένου ζωγράφου, που παραμένει εξαφανισμένος. Στο στήθος της έχει ένα τατουάζ με έναν τεράστιο ιππόκαμπο. Τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και η κοινή γνώμη αναστατώνονται, με τα πιθανά σενάρια της δολοφονίας να μένουν ανοιχτά μέχρι το τέλος.
Το κουβάρι αυτής της υπόθεσης, που ξεδιπλώνεται μεταξύ Ύδρας και Αθήνας, εμπλέκει τον αστυνόμο Χάρη Κόκκινο και την ομάδα του σε μια υπόθεση που τους φέρνει αντιμέτωπους με φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας, κυκλώματα τέχνης, τα όρια της δημιουργίας και τα κλειστά στόματα της μικρής κοινωνίας που μπορεί να βρίσκεται σε ένα νησί ή στην καρδιά μιας μεγαλούπολης.
Αυτό το βιβλίο αποτελεί το δεύτερο μέρος της “Τριλογίας του βυθού”, ενός εύπλαστου σύμπαντος, ενός βυθού που καταπίνει τα πάντα εκτός από τις ιστορίες μας, αληθινές μέσα στο ψέμα τους και ψεύτικες μέσα στην αλήθεια τους, νομίζοντας ότι έχουμε αντιληφθεί πώς παίζεται το παιχνίδι και διαπιστώνοντας κάθε φορά ότι δεν ήταν μόνο αυτό, ότι στη φωλιά του ιππόκαμπου κανείς μας δεν είναι αθώος. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)“Αυτή θα ήταν μια καλή υπόθεση για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, αν δεν είχα λάβει ένα μέιλ από το θύμα την παραμονή της δολοφονίας του και αν δεν γνώριζα ότι οι ιππόκαμποι κολυμπούν κόντρα στο ρεύμα μέχρι να σπάσει η καρδιά τους”.