Επέτειοι της λήθης
€9.50 €8.60
Η λέξη γη διαθέτει τόσο εύρος
που επί αιώνες οι άνθρωποι τη θεωρούσαν επίπεδη.
Γελασμένοι, λένε,
από εκείνο τον πρώιμο, αζύμωτο ουρανό
που δεν είχε φως
ούτε για τα μάτια του κόσμου.
[…]
Διαθεσιμότητα: 1 σε απόθεμα
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική
Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου
Τάσος Λειβαδίτης€9.60€8.70“Παγωνιά,
φυσάει στους έρημους δρόμους της πολιτείας
ο άνεμος στροβιλίζει τη σκόνη
παρασέρνει τ’ αποτσίγαρα τα σύννεφα τα χαρτιά
λίγοι μοναχικοί διαβάτες περνάνε βιαστικοί στους δρόμους
φυσάει
φυσάει στις καμινάδες στις στέγες κάτω απ’ τις γέφυρες
φυσάει μες απ’ τα’ αχαμνά σκέλια των κατάδικων που σουλα-
τσάρουν στα προαύλια των φυλακών
φυσάει στις ματωμένες κοιλιές των γυναικών που γεννάνε
έξω απ’ τις κλειστές πόρτες των νοσοκομείων
φυσάει στις παράγκες στα παραπήγματα στα καπηλειά
φυσάει κάτω απ’ τα παλιά ανάχτοραΜνημόσυνο για τους πεσόντες”
- Ελληνική
Μέσα σε ήλιους και φεγγάρια
Μπουρναζάκης Κώστας€10.00€9.00Κατάµεστος ανένδοτα τζιτζίκια
και γύρω χρυσογάλανη ερηµιά·
τρελά πετροχελίδονα
θερίζουν ασταµάτητα
τις ξένοιαστες φωνές της γης·
για τους ξυπόλητους κορµούς
λαµπάδιασµα ολότρεµο, βαθύ, ξεθεωµένο —
πηγαίνω τώρα πιο κοντά και μένω.
Προσάναµµα µια λέξη που δε λέγεται —
µα όχι ρέµβη, όχι δίψα, σπίθα, ή μετέωρο·
κάτι απροσµέτρητο υπάρχει
όλβιο, ανεξάντλητο κι ατρόµητο
ή κι οργωµένο απ’ τον ήλιο της καρδιάς,
ηχώ ανεξιχνίαστη, σε κάθε λίκνο χαρισµένη,
και φέρνει διάφανο το θάµβος µέσα µου
σε τούτο τον κατάφωτο πευκώνα
που ξέρω πως δεν έχει τέλος.
- Ελληνική
Μερακλίνα Κουκιμπιμπέρισσα Ομπλαντί
Ευά Παπαδάκης€12.00€10.80Το δέχομαι
Αν το δεχτώ και απλώσω
τα πόδια μου ξαπλώσω
στην αγκαλιά σου αν δώσω
δίκιο θα με παρηγορήσεις
που γεννήθηκα λάθος;
[Από την έκδοση]Ένας διάλογος-παρτιτούρα, μια κουήρ ελεγεία απόσχισης και αποχωρισμού.
- Ελληνική
Τα ποιήματα 1967-2007
Γιώργης ΜανουσάκηςΤόμος Α´ - οι δημοσιευμένες συλλογές€20.00€18.00ΛΑΧΤΑΡΗΣΑ ΤΟΥΣ ΑΝΕΜΟΥΣ
Λαχτάρησα τοὺς ἀνέμους
μὲ τὰ μεγάλα φτερὰ τὰ αἱματοραντισμένα
ποὺ σ’ ἁρπάζουν στὴ δίνη τους
καὶ σ’ ἀνεβάζουν ψηλὰ
στὴ γειτονιὰ τοῦ πυροδότη ἥλιου.Βαρέθηκα τὶς νωχελικὲς αὖρες
καὶ τοὺς ψίθυρους ἀνάμεσα στὰ φύλλα.
Χαρίζω τὰ ὀστᾶ μου στὸ γραῖγο καὶ στὸ σιρόκο
νὰ τὰ κάμουν φλογέρες
γιὰ τοὺς ἀντρίκειους σκοπούς των.Ἴσως τραγουδήσουν ἐκεῖνα
ὅ,τι δὲν μποροῦνε τὰ χείλη μου
τὰ κολλημένα στὸ χῶμα νὰ ποῦνε.(Το ποίημα προέρχεται από τη συλλογή Το σώμα της σιωπής, 1970)