Χωρίς μετρήσιμα ίχνη
€5.00
παλιά δελτάρια με σημειώσεις
ποντικοφαγωμένα τεφτέρια
χαρτιά
κηλίδες του καφέ
διάχυτο μελάνι απ’ τη σταγόνα του οινοπνεύματος
διάδρομοι κυκλικοί
καμπουριασμένοι
διανυσματικές κυρτώσεις
σε βαθουλωμένα πλέγματα
κορμιά γεμάτα αδιάτρητα
έτσι
μονάχος πύκνωσα
από το ποίημα “πυκνότητ
Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Σχετικά προϊόντα
- Ελληνική Ποίηση
Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου
Τάσος Λειβαδίτης€9.60€8.70“Παγωνιά,
φυσάει στους έρημους δρόμους της πολιτείας
ο άνεμος στροβιλίζει τη σκόνη
παρασέρνει τ’ αποτσίγαρα τα σύννεφα τα χαρτιά
λίγοι μοναχικοί διαβάτες περνάνε βιαστικοί στους δρόμους
φυσάει
φυσάει στις καμινάδες στις στέγες κάτω απ’ τις γέφυρες
φυσάει μες απ’ τα’ αχαμνά σκέλια των κατάδικων που σουλα-
τσάρουν στα προαύλια των φυλακών
φυσάει στις ματωμένες κοιλιές των γυναικών που γεννάνε
έξω απ’ τις κλειστές πόρτες των νοσοκομείων
φυσάει στις παράγκες στα παραπήγματα στα καπηλειά
φυσάει κάτω απ’ τα παλιά ανάχτοραΜνημόσυνο για τους πεσόντες”
- Ελληνική Ποίηση
Ο τυφλός με τον λύχνο
Τάσος Λειβαδίτης€12.80€11.50Eρχομαι απο μέρες που πρέπει ν’ αποσιωπηθούν, απο νύχτες που θέλω να τις ξεχάσω…
… μπήγω την μύτη της ομπρέλας μου στο χώμα και συνομιλώ με τις εποχές
ή καθισμένος στο πάτωμα περιμένω μιαν απερίγραπτη επίσκεψη
ακριβώς γιατί η πόρτα είναι χρόνια Eρχομαι απο μέρες που πρέπει ν’ αποσιωπηθούν, απο νύχτες που θέλω να τις ξεχάσω…… μπήγω την μύτη της ομπρέλας μου στο χώμα και συνομιλώ με τις εποχές
ή καθισμένος στο πάτωμα περιμένω μιαν απερίγραπτη επίσκεψη
ακριβώς γιατί η πόρτα είναι χρόνια κλειδωμένη.Kαι τώρα που ξεμπερδέψαμε πιά με τα μεγάλα λόγια, τους άθλους, τα όνειρα, καιρός να ξαναγυρίσουμε στη ζωή μας…
… ελευθερώνοντας έτσι όρκους αλλοτινούς και τίς πιό ωραίες χειρονομίες του μέλλοντος.
… εξάλλου άνθρωπος είμαι κι εγώ, χρειάζομαι λίγη μέριμνα: ένα όνειρο ή μια μητέρα ή έστω μια ξαφνική περιφρόνηση…
Kάποτε θα ξανάρθω. Eίμαι ο μόνος κληρονόμος.
Kι η κατοικία μου είναι παντού όπου κοιτώ. - Ισπανική-Ισπανόφωνη
Ερωτικά ποιήματα
Pablo Neruda€8.80€7.90Όταν ο τόσο οικείος μας Ισπανός ποιητής Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα παρουσίασε στη Φιλοσοφική Σχολή στη Μαδρίτη τον Χιλιανό ομότεχνο του Πάμπλο Νερούδα, μίλησε για “έναν αυθεντικό ποιητή, από εκείνους που έχουν καλλιεργήσει τις αισθήσεις τους σ’ έναν κόσμο που δεν είναι ο δικός μας και που ελάχιστοι τον αντιλαμβάνονται. Έναν ποιητή πιο κοντά στο θάνατο παρά στη φιλοσοφία- πιο κοντά στον πόνο παρά στη διανόηση πιο κοντά στο αίμα παρά στο μελάνι. Παραμένει απέναντι στον κόσμο γεμάτος ειλικρινή έκπληξη και του λείπουν τα δύο εκείνα στοιχεία με τα οποία έχουν ζήσει τόσοι και τόσοι ψευδοποιητές: το μίσος και η ειρωνεία. Όταν πάει να γίνει τιμωρός και σηκώνει το σπαθί, βρίσκεται ξαφνικά μ’ ένα πληγωμένο περιστέρι ανάμεσα στα δάχτυλα του”.
Ως το 1935, που εικάζεται ότι ειπώθηκαν αυτά τα λόγια, είχαν γραφεί μόνο τρία από τα δεκαεννέα ποιήματα που συμπεριλαμβάνονται στην παρούσα συλλογή. Τόσα χρόνια μετά, δε θα μπορούσαμε να βρούμε πιο καίριο σχολιασμό και για τα υπόλοιπα δεκαέξι, όπως και για το συνολικό έργο του Νερούδα. Να προσθέσουμε την παραληρηματική ρίζα του έρωτα, που βλαστάνει στο σύμπαν γύρω μας και εντός μας με συμμαχία της σιωπής; Μα, αν τα ποιήματα ήταν φωνές, αυτά εδώ θα είχαν τη χροιά του πάθους, της τρυφερότητας και μιας ειλικρίνειας που ξεγυμνώνει.Δίγλωσση έκδοση .
Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (1971)
- Ελληνική Ποίηση
Αντιγόνη, μια κόρη μια χώρα
Ανδριτσάνου Ευαγγελία€11.50€10.50
ήταν εκείνο το στροβίλισμα
η ζωή έμοιαζε εύκολη γελοία ρευστή
αμέτρητα ζευγάρια πόδια χάραζαν
πλέγματα από φιγούρες ξέφρενες
χωρίς αρχή
χωρίς τέλος
χωρίς τελειωμό
και τα θύματα του χορού
οι σπρωγμένοι οι πατημένοι
οι διαμελισμένοι
σκόνη ψιλή που κατακάθιζε στις γωνίες
Η καρδιά μου φτερούγιζε κάθε ώρα
σαν πουλί πιασμένο που ψάχνει να ξεφύγει
έτρεχα να κρυφτώ σε σκοτεινά δωμάτια
σε τραβούσα απ’ το χέρι
πώς να με καταλάβεις
η διέγερση είναι το στοιχείο σου
ήθελες να με σύρεις πάλι πίσω
το ίδιο κι η αδελφή μου
μεταξύ σας ματιές γεμάτες νόημα
– Δεν ξέρεις να χαίρεσαι, ΑντιγόνηΟ Πατέρας στο υπόγειο
στον τόπο της αυτοτιμωρίας του
– Φύγε μακριά!
ούρλιαζε όταν πλησίαζα
πετούσε καταπάνω μου
το πιάτο του μ’ ό,τι είχε μέσα
τον έπιανε βήχας, πνιγόταν
προτιμούσε να μείνει στον τόπο
παρά να πιει απ’ το χέρι μου νερό
Η Μητέρα τον είχε εγκαταλείψει
οριστικά