Απόδραση D-621
€15.00
Διαθεσιμότητα: Out Of Stock
Σχετικά προϊόντα
- ΚΡΗΤΙΚΑ
Θησαυρός κρητικών στερεότυπων εκφράσεων
Ανδρέας ΛενακάκηςΜε γλωσσάρι αθησαύριστων λέξεων της κρητικής διαλέκτου€15.00€13.50Ο Ανδρέας Λενακάκης σε αυτό εδώ το πόνημα αποθησαυρίζει πλήθος στερεότυπων ή ιδιωματικών εκφράσεων της κρητικής διαλέκτου, αρκετές από τις οποίες συναντιούνται και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, μερικές δε ακόμα και στην κοινή Νεοελληνική […] (Από τον πρόλογο)
- Ιστορία
Ρεμπιά Γκιουλνούς,η Ρεθυμνία Χριστιανή Σουλτάνα
Νικόλαος Σταυρινίδης€10.00€9.00Η Ευγενία Βεργίτση δεν πουλήθηκε στο σουλτανικό χαρέμι. Γόνος ευγενούς ρεθεμνιώτικης οικογένειας, ήταν ανάμεσα στα δέκα κορίτσια που στάλθηκαν από τον πορθητή του Ρεθύμνου Γαζή Χουσεΐν Πασά στο Σουλτάνο σαν δώρο από την αλωθείσα πόλη.
Και η τύχη της χαμογέλασε. Έγινε σουλτάνα καθώς και βαλιδέ σουλτάνα, δηλαδή βασιλομήτωρ σουλτάνα όταν στο θρόνο βρέθηκαν οι δυο της γιοι, διαδοχικά. Ο Σταυρινίδης αφηγείται ποια ήταν η ζωή μιας κοπέλας, από την τρυφερή ηλικία των πέντε με δέκα χρόνων κατά την οποία έμπαινε στο χαρέμι μέχρι την ενηλικίωσή της. Κάποιες κοπέλες γίνονταν ευνοούμενες, αλλά μία μόνο είχε την τύχη να γίνει σουλτάνα. Και η Ρεμπιά Γκιουλνούς ήταν ακόμα πιο τυχερή γιατί όχι μόνο την αγάπησε ο σουλτάνος, ο Μεχμέτ ΙV, αλλά του έδωσε και δυο γιους.
Ο Σταυρινίδης υποθέτει πώς ήταν η ζωή της στα πρώτα χρόνια της στο χαρέμι, από ιστορικές πληροφορίες για το πώς ήταν η ζωή των γυναικών εκεί, όμως από τη στιγμή που τα μάτια του σουλτάνου έπεσαν πάνω της έπεσαν πάνω της και άλλα μάτια, που την περιγράφουν και αφηγούνται για τη ζωή της. Ο Σταυρινίδης παραθέτει αρκετά αποσπάσματα, τόσο τούρκων όσο και ξένων που έτυχε να την γνωρίσουν· δηλαδή τι να τη γνωρίσουν, απλά να τη δουν από κοντά και να ακούσουν γι’ αυτήν. Παρακολουθώντας τη ζωή της μέχρι το θάνατό της παρακολουθούμε και την ιστορία της οθωμανικής αυτοκρατορίας τα ύστερα χρόνια του 17ου αιώνα και αρχές του 18ου.
- Ιστορία
Εξόριστοι στο «νησί του θανάτου». Μαρτυρίες, ντοκουμέντα και δημοσιεύματα για τις εκτοπίσεις αγωνιστών στη Γαύδο
Δαμασκηνός, Δημήτρης€21.50€19.40Καταμεσής στο Λιβυκό πέλαγος με τ’ αφρισμένα πάντα νερά, άγρια, μανιασμένα, απύθμενα. Εκατόν εβδομήντα πέντε μίλια μακριά απ’ τον Πειραιά. Κοντά, πολύ κοντά στα παράλια της Αφρικής. Θαρρείς και σε λίγο θα ξεπροβάλει μπροστά σου, πέρα εκεί στην καμπύλη του ομιχλώδικου ορίζοντα, η Αλεξάνδρεια. Κάμποσες ώρες μακριά απ’ αυτή. Εκατόν σαράντα με σαρανταπέντε μίλια. Λίγα σπίτια. Μοιάζουν μ’ αχούρια. Άνθρωποι και ζώα κοιμούνται μαζί. Φτωχοί νησιώτες, άμαθοι και άβγαλτοι παραδομένοι στην ποικιλότροπη εκμετάλλευση. Λίγη βλάστηση, λίγες δεκάδες κάτοικοι. Απέναντι, βορεινά, τα κακοτράχαλα Σφακιά, η Κρήτη, κ’ ύστερα τίποτα. Το μάτι σου κουράζεται ν’ απλώνεται στην απέραντη θάλασσα.
Να, η Γαύδος! Μούρχονται στο νου τα άλλα νησιά της εξορίας. Όσα έχω ακούσει, κι όσα είδα, γεύτηκα ο ίδιος την πίκρα τους. Τα κυριότερα ας πάρουμε. Ανάφη, Φολέγανδρος, Άη Στράτης, Σίκινος, Νηός, Σίφνος, Αμοργός. Αδίσταχτα μπορώ να ειπώ, ούτε κατά φαντασία δεν μπορούν να συγκριθούν στη φρίκη με τούτο εδώ το ποντικόνησο.
Να, μια εικόνα της φρίκης. Ο άγριος χαμός, ο θάνατος του Καραντεμίρη. Πως πέθανε; Μήτε και μείς καλά-καλά το καταλάβαμε, δεν πιστέψαμε, ήταν τόσο γερός. Ο πιο γερός απ’ όλους. Αγρότης απ’ την Αγιάσο της Μυτιλήνης. Κι όμως. Εκεί κάτω πας γερός, βράχος στο σώμα σαν τον Καραντεμίρη και φεύγεις τσακισμένος, καμπουριασμένος απ’ τους ελώδεις. Δεν έχεις γλυτωμό εκεί κάτω. Αλλού ναι, εκεί κάτω όχι. - Ελληνική πεζογραφία
Flora Mirabilis
Κλαίρη Μητσοτάκη€12.72€11.50Στ’ Ανώγεια, στους γάμους πηγαίνουν κανίσκι. Βάζουνε τα τρόφιμα σε μια σακούλα, τη σηκώνουνε στους ώμους και πάνε.
Παντρευόταν κάποιος που είχε γυρέψει τη Φράγκα, αλλ΄εκείνη ήταν δύσκολη και δεν ήθελε να παντρευτεί. Το κανίσκι έπρεπε να το πάει αυτή, που ήταν η πο μεγάλη, αλλά ήταν μαλωμένη με τον πατέρα της, είχε πεισμώσει και δεν ήθελε να πάει.
Λέει της Αλεξάντρας ο πατέρας της: “Πήγαινε να πεις της Φράγκας να σηκωθεί να πάρει το κανίσκι και να το πάει”. Της το λέει η Αλεξάντρα, αλλά εκείνη ήταν αμετάπειστη. “Πάρε το να το πας εσύ”, της λέει της Αλεξάντρας ο πατέρας της. Εκείνη ντύνεται, παίρνει το κανίσκι και το πάει. Όμως αισθανόταν άσχημα που το πήγαινει αυτή, η μικρότερη.