ΑΠΟ ΤΟ ΑΛΒΑΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΝΗΣΟ
€10.00 €9.00
ο κείμενο που ακολουθεί δεν απαντά στο τι συνέβη, στα μεγάλα γιατί, πως και εάν της Ιστορίας, ούτε καταπιάνεται με το να οριοθετήσει την περιοχή μεταξύ ελευθερίας και αναγκαιότητας. Είναι η προσωπική μαρτυρία ενός αγωνιστή σε μια από τις πιο ταραγμένες περιόδους της Νεότερης Ιστορίας μας. Το παρελθόν που αναδύεται μέσα από αυτή την κατάθεση ψυχής είναι μια συνιστώσα αξιών, θεσμών και προτύπων μιας χώρας, όπως την έζησαν οι παππούδες και οι γονείς μας, αλλά και ως έναν βαθμό και εμείς οι απόγονοί τους. Αναδεικνύει το μεγαλείο ψυχής, τις αρετές, τις αξίες και τα ιδανικά μιας γενιάς που σχεδόν έχει σβήσει. Αλλά και την τραγωδία μιας χώρας που πέρασε από την εποποιία, στο διχασμό και την τιμωρία […]
Τα όσα μαρτυρούνται στις επόμενες σελίδες επιβεβαιώνουν με τον πιο γλαφυρό τρόπο τη ρήση του Αντόνιο Γκράμσι: Οι μαχητές δεν πρέπει να ελεεινολογούν τη μοίρα τους, επειδή πάλεψαν όχι γιατί τους εξανάγκασε κανείς, αλλά γιατί το θέλησαν οι ίδιοι συνειδητά.
Σ’ αυτούς, σημερινούς και μελλοντικούς, αφήνεται παρακαταθήκη το κείμενο της μαρτυρίας
Διαθεσιμότητα: 1 σε απόθεμα (επιπλέον μπορεί να ζητηθεί κατόπιν παραγγελίας)
Σχετικά προϊόντα
- Μαρτυριες
Γιατί η μοναξιά μου θεωρείται ασφαλής χώρα
Διακουμάκου Τζότζο - Μέρμηγκα Ιουλία - Σούζας ΝίκοςΑγώνες αιτούντων άσυλο και τοπικές αντιδράσεις στο συνοριακό καθεστώς της Χίου (2015-2016)€17.00€15.30Αν το 2015 ήταν η χρονιά των μεγάλων «προσφυγικών ροών», των «ανοιχτών συνόρων» και της θερμής υποδοχής σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, το 2016 ήταν η χρονιά που η κατάσταση άλλαξε άρδην. Ορόσημο στάθηκε η περιβόητη «συμφωνία» Ε.Ε.-Τουρκίας. Η αναγνώριση της Τουρκίας ως «ασφαλούς τρίτης χώρας» και η πολιτική των κλειστών συνόρων επέφεραν τον εγκλωβισμό χιλιάδων αιτούντων άσυλο στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες. Το κλίμα άρχισε να αλλάζει στο περιβάλλον των νησιώτικων κοινωνιών.
Πώς περάσαμε, σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, από την πολύμορφη αλληλεγγύη του 2015 στην έξαρση των αντιδράσεων, στην ανάδυση ισλαμοφοβικών τάσεων, αλλά και στην εξαπόλυση ρατσιστικών πογκρόμ; Ποιες δυνατότητες πολιτικής παρέμβασης διανοίγονται στις ρωγμές του αφηγήματος «δεν είμαι ρατσιστής, αλλά…»; Πώς διαπλέκονται οι μηχανισμοί ασφαλείας και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις στη διακυβέρνηση του συνόρου; Και τέλος, ποιος είναι ο ρόλος των αγώνων των ίδιων των αιτούντων άσυλο;
Το παρόν βιβλίο επικεντρώνεται στην αχαρτογράφητη περίπτωση της Χίου και αναζητά απαντήσεις στα επίκαιρα αυτά ερωτήματα μέσα από μία σύνθετη μεθοδολογική προσέγγιση, που περιλαμβάνει συλλογή και ανάλυση δεδομένων από τον τοπικό Τύπο, επίσημες εκθέσεις, ημερολόγια πεδίου, αλλά και εις βάθος συνεντεύξεις με πρόσωπα προερχόμενα από τους κόλπους των αιτούντων άσυλο, των εργαζομένων στο πεδίο και των ντόπιων (τόσο αλληλέγγυων, όσο και αντιδρώντων).
Αντλώντας από το σύγχρονο θεωρητικό οπλοστάσιο των κριτικών μεταναστευτικών και συνοριακών σπουδών, και εισάγοντας έννοιες όπως «συνοριακό καθεστώς», «αυτονομία της μετανάστευσης» και «μεταρατσισμός», επιχειρείται η μετατόπιση της προσοχής στη σκοπιά των ίδιων των προσώπων που βιώνουν καθημερινά τις επιπτώσεις μιας παράλογης και απάνθρωπης μεταναστευτικής πολιτικής. - Ευρωπαϊκή Ιστορία
Το αγόρι από το Μπούχενβαλντ
Robbie Waisman - Susan McClellandΗ αληθινή ιστορία ενός παιδιού που επέζησε απο το Ολοκαύτωμα€16.60€15.00Όταν στις 11 Απριλίου του 1945 οι Αμερικανοί στρατιώτες απελευθέρωσαν το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μπούχενβαλντ, βρέθηκαν μπροστά σε μια εντυπωσιακή ανακάλυψη: Ανάμεσα στους κρατούμενους υπήρχαν και περισσότερα από χίλια εβραιόπουλα, ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών. Τα αγόρια αυτά, που βρίσκονταν υπό την προστασία του αντιστασιακού κινήματος του στρατοπέδου, είχαν βιώσει στο μεγαλύτερο μέρος του Ολοκαυτώματος ακραία πείνα και φριχτά βασανιστήρια, και είχαν γίνει μάρτυρες μιας απίστευτης βαρβαρότητας, ενώ δε γνώριζαν καν αν οι γονείς και οι συγγενείς τους ήταν ζωντανοί ή νεκροί. Ανάμεσά τους ήταν και ο δεκατετράχρονος Πολωνός Ρόμεκ Βάισμαν, ο οποίος είχε επιζήσει δουλεύοντας ως εργάτης-σκλάβος σε ένα γερμανικό εργοστάσιο πυρομαχικών, μα και ο μετέπειτα βραβευμένος με το Νόμπελ Ειρήνης Έλι Βιζέλ. Τα Αγόρια του Μπούχενβαλντ, όπως τα ονόμασαν οι δημοσιογράφοι, είχαν μέσα τους απίστευτο θυμό για τον κόσμο. Διέπρατταν κλοπές, τσακώνονταν μεταξύ τους και έλυναν όλες τους τις διαφορές με τη βία. Λίγοι πίστευαν ότι θα κατάφερναν κάποτε να αποκτήσουν μια φυσιολογική ζωή. Για τον Ρόμεκ και τετρακόσια είκοσι επτά ακόμη αγόρια, όλα άλλαξαν όταν μεταφέρθηκαν σε ένα ίδρυμα επανένταξης στο Εκουί της Γαλλίας, με σκοπό να προσπαθήσουν να αφήσουν πίσω τους τις φριχτές εμπειρίες από τη χειρότερη πλευρά της ανθρωπότητας και να αγκαλιάσουν ξανά τη ζωή. Αυτή είναι η ιστορία τους.
- Ιστορία
Λενάκι, δυο φωτιές και δυο κατάρες
Δημήτρης ΙνδαρέςΜε αφορμή ένα δημοτικό τραγούδι του Μοριά€14.00€12.60«Πού πας, Ελένη, από βραδιού, πού πας τώρα το βράδυ;»
«Πάου στη θεια μου τη Γιαννού, πάου να νυχτονέσω,
να γνέσω τα βαμβάκια μου, να ξάνω τα μαλλιά μου,
να φτιάσω μπόλια του γαμβρού, της πεθεράς μαντίλι,
να φτιάσω του Λιμάζαγα ένα χρυσό μεϊτάνι».Πρόκειται για ένα στοχαστικό ταξίδι με οδηγό την ακαταμάχητη ανάγκη εξερεύνησης των ριζών σε μια ορεινή κοινότητα της Πελοποννήσου. Η τυχαία ανακάλυψη ενός πάκου εγγράφων στο πατρικό του σπίτι στην Πάτρα οδηγεί τον συγγραφέα σε μια αναζήτηση βάθους επτά γενεών. Ανάμεσα στα χαρτιά βρίσκεται το εκκλησιαστικό επιτίμιο που αφορά την καταδίκη των εμπρηστών ενός πύργου στο Λειβάρτζι των Καλαβρύτων, εκεί όπου λίγο πριν από το 1821 πλέχτηκε το ειδύλλιο δύο αλλοθρήσκων: της Ελένης, κόρης του άρχοντα Κυρ-Χριστόδουλου, και του Ελμάζ-αγά της Μοστενίτσας.
Η Ελένη υπερασπίστηκε το αίσθημά της ξεστομίζοντας το αδιανόητο για την εποχή «Άντρα χρώσταγα, άντρα πήρα», προκαλώντας την αποχώρηση του πατέρα της από το αξίωμα του προεστού αλλά και τη φοβερή κατάρα της μάνας της. Λίγα χρόνια αργότερα, στις 16 Μαρτίου του 1821, ο ξάδελφος της αρχοντοπούλας οπλαρχηγός Δημητράκης Ινταρές κατακαίει τον πύργο του αγά στη Μοστενίτσα.
Τα πρόσωπα ακολούθησαν στη συνέχεια τις δικές τους διαδρομές στον χάρτη της ιστορίας. Τα ίχνη τους κρύβουν εκπλήξεις και νέους συμβολισμούς, σε μια εποχή που το ενδιαφέρον στρέφεται ξανά στους παλιούς μύθους.
Κλειδί της αναψηλάφησης αποδεικνύεται το δημοτικό τραγούδι του Λιμάζη, ευρέως διαδεδομένο ως και τον Πόντο. Το περιεχόμενο και ο συμβολισμός του λειτούργησαν επί χρόνια για όποιον ήθελε να θυμάται την αναγεννητική δύναμη που κρύβει η συνάντηση αλλότριων κόσμων. - Μαρτυριες
Ένας άντρας
Oriana Fallaci€29.90€26.90“Ένα μουγκρητό οδύνης και οργής υψωνόταν στην πόλη, και αντηχούσε ακατεύναστα, ανυποχώρητα, αφανίζοντας κάθε άλλο θόρυβο, τονίζοντας ρυθμικά το μεγάλο ψέμα. Ζει, ζει, ζει! Μουγκρητό που δεν είχε τίποτε το ανθρώπινο. Δεν υψωνόταν από ανθρώπινα όντα, πλάσματα με δυο χέρια και δυο πόδια και μια δική τους συνείδηση, υψωνόταν από ένα τερατώδες και ασύνετο θεριό, το πλήθος, το χταπόδι που το καταμεσήμερο, καλυμμένο από σφιγμένες γροθιές, στρεβλωμένα πρόσωπα, συσπασμένα στόματα, είχε κατακλύσει την πλατεία Μητροπόλεως, έπειτα είχε απλώσει τα πλοκάμια στους παρακείμενους δρόμους φράζοντάς τους, καταβυθίζοντάς τους με την ανηλεή λάβα που στο ορμητικό της πλημμύρισμα καταπίνει κάθε εμπόδιο, ξεκουφαίνοντάς τους με το ζει, ζει, ζει”.
Η Οριάνα Φαλλάτσι, σύντροφος του Αλέκου Παναγούλη τα τελευταία χρόνια της ζωής του, εκδίδει το Ένας άντρας τον Ιούλιο του 1979 στην Ιταλία, τρία χρόνια μετά τον αδόκητο θάνατό του σε ηλικία 36 ετών.
Το βιβλίο γίνεται παγκόσμια επιτυχία, μεταφράζεται σε περισσότερες από είκοσι γλώσσες. “Είχε πεθάνει αυτός που αγαπούσα και είχα ξεκινήσει να γράφω ένα μυθιστόρημα που θα έδινε νόημα στην τραγωδία” γράφει η Φαλλάτσι. Και σε μια συνέντευξή της δηλώνει: “Διαβάζοντας Προπ, είδα πως η ιστορία του Παναγούλη αντιστοιχούσε στη δομή ενός παραμυθιού: Η μύηση, η περίοδος της μεγάλης δοκιμασίας, η επιστροφή στο χωριό, η τελευταία πρόκληση, η αποθέωση ή ο θάνατος”. Και συμπληρώνει: “Δε λέω ποτέ πως ήταν ήρωας -βεβαίως και ήταν ήρωας, αλλά μου φαίνεται περιοριστικό να το λέω-, ήταν πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα ένας ποιητής, ένας καλλιτέχνης, και ο ηρωισμός του ήταν απόρροια της ποίησής του”.
“Η συνάντηση του Παναγούλη με τη Φαλλάτσι ήταν όπως έπρεπε να είναι, για όλους εμάς που παρακολουθούσαμε. Εκδίκηση της ομορφιάς και της γενναιότητας απέναντι στη Χούντα, η οποία κράτησε έναν χρόνο ακόμα μετά την απελευθέρωση του Παναγούλη και τη γνωριμία τους. Οι φωτογραφίες τους με τις λεζάντες που πληροφορούσαν για τη σχέση τους ήταν θρίαμβος για εμάς που βομβαρδιζόμασταν από τις εικόνες της Χούντας. Πόσο όμορφοι ήταν εκείνοι οι δυο, πόσο άσχημοι όσοι τους κατηγορούσαν”. (Από τον πρόλογο της Άννας Δαμιανίδη στην ελληνική έκδοση)