Εικόνες της κρητικής τέχνης
€72.00 €50.00
Α΄ έκδοση 1993
Συνέκδοση με τις «Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης»
Εισαγωγή Μανόλη Χατζηδάκη. Επιστημονική επιμέλεια Μανόλη Μπορμπουδάκη
Σχετικά προϊόντα
- Ιστορία
Κρήτη το νησί των προσαρμογών. Οικονομία και κοινωνία τον 19ο αιώνα (1830-1913)
Μάνος Περάκης€30.00€27.00Στη διάρκεια του κρητικού 19ου αιώνα (1830-1913) η οικονομία και η κοινωνία της Κρήτης γνώρισαν σπουδαίες μεταβολές. Ποιοι τομείς της κρητικής οικονομίας αναπτύχθηκαν και ποιοι παρέμειναν στάσιμοι ή παρήκμασαν στην πάροδο του χρόνου και ποιο μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης επικράτησε; Πώς οι Κρήτες ξεπέρασαν τους περιορισμούς του χώρου και εκμεταλλεύτηκαν τις δυνατότητες του νησιού; Με ποιον τρόπο αντιμετώπισαν τις οικονομικές κρίσεις και τις υφέσεις οι οποίες αμφισβήτησαν την ευχερή διαβίωσή τους; Η επιδείνωση των οικονομικών όρων επηρέασε την επαναστατικότητα των χριστιανών; Και αντιστρόφως, η επαναστατικότητα και οι εξεγέρσεις επηρέασαν την κρητική οικονομία στη βραχεία και τη μακρά διάρκεια; Μέσα από ποιες διεργασίες οι οικονομικοί μετασχηματισμοί αναδιαμόρφωσαν την κρητική κοινωνία, αναδιατάσσοντας τις ηγετικές ομάδες και αλλοιώνοντας την οικονομική, κοινωνική και πολιτική ισορροπία μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων υπέρ των πρώτων; Και τέλος, πώς οι δυσμενείς οικονομικοί όροι, υπό τη συνεπίδραση του εθνικισμού, συνέβαλαν στην απονομιμοποίηση της οθωμανικότητας στη συνείδηση των χριστιανών και στην ενίσχυση της ελληνικής εθνικής ταυτότητας;
- ΚΡΗΤΙΚΑ
Ελληνο-Κρητικό Λεξικό
Γιάννης Κριτσωτάκης" ελληνικές λέξεις στην κρητική διάλεκτο"€15.00έκδοση: ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΜΑΡΩΝΙΑΣ Ο “ΠΑΝΤΕΛΗΣ”
2016
- Ελληνική πεζογραφία
Παντέρμη Κρήτη
Παντελής ΠρεβελάκηςΧρονικό του σηκωμού του '66€17.76€16.00Οι τάφοι από το σηκωμό του 66 παίρνανε πια να χλοΐζουνε. Τα κούτσουρα στα λιόφυτα και στ’ αμπέλια πετούσανε βλαστάρια και φύλλα. Στα χορταριασμένα χαλάσματα, οι χελιδόνες κουβαλούσανε τα φρύγανα και τη λάσπη να χτίσουνε καινούριες φωλιές. Τα γυναικόπαιδα της Κρήτης γυρίζανε καραβιές-καραβιές από τη λεύτερην Ελλάδα να ξαναρίξουνε ρίζα στο χώμα που τα γέννησε. Τρεις κάπου χρόνους, είχανε πορευτεί με το ζητιανοκόματο της προσφυγιάς είχανε στραγγισμένα τα μάτια τους να κλαίνε τους άντρες που σφαγιάζουνταν στο νησί είχανε πάνω τους σηκωμένα όσα ο άνθρωπος μπορεί να βαστάξει. Με το γονάτισμα του Σηκωμού, δένανε κόμπο την καρδιά τους και κινούσανε να ξαναμπούνε στη σκλαβιά – φτάνει να ματαδούνε τα μέρη τους και να θυμιάσουνε το χώμα όπου λιώναν οι άντρες κ’ οι πατεράδες τους. Παντέρμη Κρήτη! Έτσι είχανε πράξει -γενεές γενεών πρωτήτερα- κ’ οι γονέοι τους ύστερα από τον κάθε Σηκωμό.